Ακόμη 24 βυζαντινά και εκκλησιαστικά κειμήλια επαναπατρίστηκαν από το Μόναχο στην Κύπρο και από σήμερα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Προέρχονται από ναούς, που από το 1974 βρίσκονται στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου και οι περισσότεροι συλήθηκαν από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν.
Τα ιερά κειμήλια αποτελούν μοναδικό δείγμα της κυπριακής Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής περιόδου στην εκκλησιαστική τέχνη και είναι αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής αλλά και πνευματικής και θρησκευτικής ζωής της Κύπρου.
Μεταξύ των βυζαντινών κειμηλίων χαρακτηριστικότερα είναι τρία ζεύγη βημοθύρων, τοιχογραφίες από τη Μονή του Αντιφωνιτή Χριστού, το ναό της Αγίας Σολομωνής στην Κώμα του Γιαλού και την Μονή Παναγίας Αψινθιώτισσας στο Συγχαρί, αλλά και χειρόγραφο ομιλιάριο του 17ου αι. από τη Μονή της Παναγίας Τροοδίτισσας και το χειρόγραφο ευαγγέλιο της Αρμενικής κοινότητας (18ος αί.) που κλάπηκε κατά την περίοδο της Τουρκικής ανταρσίας το 1963.
Το εντυπωσιακό είναι ότι μέσα στα κιβώτια, με τα οποία μεταφέρθηκαν τα κειμήλια στην Κύπρο, ήταν και μαύρος χαρτοφύλακας σε μορφή μικρής βαλίτσας. Όταν ανοίχτηκε βρέθηκαν παλαιές και σύγχρονες φυσικές και τεχνητές ψηφίδες.
Αυτές τις χρησιμοποιούσε ο αρχαιοκάπηλος Ντικμέν με τους συνεργάτες του για να κατασκευάζει αντίγραφα των ψηφιδωτών , που τα προωθούσε ως να ήταν αυθεντικά για πώληση στο παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων. Τα ψεύτικα πιστοποιητικά που διέθετε αποκλειστικά για τα αντίγραφα αποτελούν επαρκείς ενδείξεις για ένα καλά οργανωμένο έγκλημα.
Ο Ντικμέν είχε δημιουργήσει εργαστήριο, στο οποίο αναμείγνυαν καινούργιες ψηφίδες με παλιές κυρίως από ψηφιδωτά της Παναγίας της Κανακαριάς, που διαλύθηκαν, ή από το διάκοσμο, ο οποίος καταστράφηκε ολοσχερώς.
Με τα 24 βυζαντινά κειμήλια επαναπατρίστηκαν και επτά προϊστορικές αρχαιότητες, οι οποίες μεταφέρθηκαν στο Κυπριακό Μουσείο στη Λευκωσία.