Η χθεσινή επιτυχής έξοδος της Ελλάδας στις αγορές δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή του 2014.
Το αποτέλεσμα κρίνεται θετικό και αυτό αποτυπώνεται στους πηχυαίους τίτλους των έγκριτων μεγάλων διεθνών μέσων ενημέρωσης, αλλά και στο ικανοποιητικό αποτέλεσμα της διαδικασίας εν μέσω capital controls. Και είναι γεγονός πως τα οφέλη από τη χθεσινή έξοδο είναι σημαντικά.
Το μεγαλύτερο είναι πως η Ελλάδα βγήκε ξανά στις αγορές μετά από 3 χρόνια απομόνωσης και με τη δαμόκλειο σπάθη της χρεοκοπίας να επικρέμεται διαρκώς και έκανε ένα πρώτο βήμα προς την οικονομική της ελευθερία.
Ταυτόχρονα το 1,7 δισ. ευρώ που κάλυψαν οι ξένοι επενδυτές και μάλιστα με μακροπρόθεσμο επενδυτικό προσανατολισμό δείχνουν ότι, ποντάρουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και θεωρούν ότι, το 2022 η Ελλάδα θα είναι σε θέση να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις.
Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι, η Ελλάδα δανείστηκε με επιτόκιο 4,625% ενώ την ίδια στιγμή λαμβάνει χρηματοδότηση από το τρίτο μνημόνιο με επιτόκιο μόλις 0.89%.
Στην ουσία δηλαδή, δανείζεται από δύο πηγές χρηματοδότησης με χαοτική διαφορά επιτοκίων. Τη χαοτική διαφορά την αποδέχεται και η ελληνική κυβέρνηση, η οποία μιλά και για άλλες εκδόσεις. Όσο οι εκδόσεις αυτές είναι επιτυχείς θα αποδυναμώνεται η προοπτική διευθέτησης του χρέους. Και αυτό διότι το μήνυμα, που δίνεται είναι ότι, οι αγορές θεωρούν το χρέος βιώσιμο και για αυτό αγοράζουν ομόλογα.
Δεδομένου ότι, το καλοκαίρι του 2018 η Ελλάδα θα πρέπει να βγει όχι δοκιμαστικά αλλά κανονικά στις αγορές το ερώτημα είναι με ποιο επιχείρημα θα ζητά τακτοποίηση του χρέους όταν οι αγορές θα τη δανείζουν έστω και με αλμυρό επιτόκιο. Όταν ο ESM δανείζει με 0,89% και οι αγορές δανείζουν την Ελλάδα με 4,625% και αυτό το αποδέχεται η ελληνική κυβέρνηση σημαίνει ότι δεν υπάρχει θέμα βιωσιμότητας του χρέους και σίγουρα δεν υπάρχει θέμα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η σύγκριση που επιχειρείται σε πολιτικό επίπεδο μεταξύ της έκδοσης του 2014 και της σημερινής δεν έχει καμία οικονομική βάση. Ακόμα και η διαμόρφωση των spreads στην τελευταία έκδοση σε υψηλότερα επίπεδα, σε σχέση με την προηγούμενη, δεν έχει ουσιαστική σημασία, καθώς τα spreads καθορίζονται από την εκάστοτε οικονομική συγκυρία, τη ρευστότητα της οικονομίας και την οικονομική θέση της στιγμής.
Και είναι αλήθεια πως η οικονομία το 2014 ήταν σε καλύτερο επίπεδο από πλευράς προσδοκιών σε σχέση με σήμερα και δεν είχε μεσολαβήσει ένα γιγάντιο πρόγραμμα χρηματοδότησης και η οπισθοδρόμηση του καλοκαιριού του 2015. Βέβαια ο κ. Τσακαλώτος είχε υψηλές προσδοκίες αναμένοντας επιτόκιο κάτω του 4,5% και άρα και καλύτερο spread από την έκδοση του 2014 αλλά οι αγορές δεν λειτουργούν με επιθυμίες.
Πηγή: athina984.gr