Ο άλλοτε πλέον καταζητούμενος παγκοσμίως, «Κάρλος το Τσακάλι», που γεννήθηκε στη Βενεζουέλα, αυτοσυστήθηκε σήμερα σε δικαστήριο του Παρισιού, ως «επαγγελματίας επαναστάτης».Η δίκη του Ίλιτς Ραμίρεζ Σάντσες όπως είναι το πραγματικό του όνομα, αφορά επίθεση με χειροβομβίδα σε παρισινό κατάστημα πριν 40 χρόνια, ως αποτέλεσμα της οποίας σκοτώθηκαν δύο άτομα.
Από τη σύλληψή του στην πρωτεύουσα του Σουδάν, Χαρτούμ από ειδικές δυνάμεις της Γαλλίας, πριν 23 χρόνια, είναι κρατούμενος. Σε προηγούμενες δίκες για φονικές επιθέσεις στη διάρκεια των δεκαετιών ΄70 και ΄80, είχε καταδικαστεί σε ισόβια. Στις δεκαετίες αυτές, είχε γίνει σύμβολο του αντιιμπεριαλισμού του Ψυχρού Πολέμου και δημόσιος εχθρός νούμερο 1 για της δυτικές κυβερνήσεις. Σε ηλικία 24 χρόνων εντάχθηκε στο Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Λίγα χρόνια αργότερα, όπως θυμίζει το BBC, έκανε την πρώτη του επίθεση, κατά του Εβραίου, τότε προέδρου των Marks and Spencer, Έντουαρντ Σιφ, στο Λονδίνο. Ο Σιφ επέζησε, παρότι τραυματίστηκε στο κεφάλι. Το 1976 είχε κρατήσει ομήρους τους υπουργούς Πετρελαίου χωρών του OPEC στη Βιέννη, στο όνομα του παλαιστινιακού αγώνα και κατά το Reuters, «έδρασε ως πληρωμένος εκτελεστής με Σοβιετικούς προστάτες».
Ο 67χρονος Ραμίρεζ αρνείται πως είχε ανάμιξη στην επίθεση στο φαρμακείο Publicis στο κέντρο του Παρισιού, στις 15 Σεπτεμβρίου του 1974 για την οποία δικάζεται τώρα. «Είμαι επαγγελματίας επαναστάτης από τότε που ήμουν έφηβος», είπε στο δικαστήριο πίσω από αλεξίσφαιρο γυαλί. «Πάνω κάτω, εδώ και 50 χρόνια». Ο δικαστής του ζήτησε να δίνει μικρότερες απαντήσεις, μετά από μακροσκελείς μονολόγους για τις ισραηλινές και γαλλικές μυστικές υπηρεσίες, για τη χειραγώγηση της δικαιοσύνης. «Ό,τι φόνο διέπραξα, έγινε στο όνομα της επανάστασης», «κανείς δεν εκτέλεσε περισσότερους από μένα στην παλαιστινιακή αντίσταση και είμαι ο μόνος επιζών. Σε όλες τις μάχες υπάρχουν παράπλευρα θύματα, δυστυχώς», είπε μεταξύ άλλων. Στη δίκη που αναμένεται να τελειώσει στα τέλη του μήνα, θα καταθέσουν 17 μάρτυρες.
Ο Τύπος του έδωσε το όνομα «Κάρλος το Τσακάλι», όταν ένας ρεπόρτερ βρήκε στο διαμέρισμα του Ραμίρεζ στο Λονδίνο αντίτυπο του «Η μέρα του τσακαλιού» του Φρέντρικ Φόρσαϊθ και υπέθεσε ότι του ανήκε. Το 1997 είχε καταδικαστεί για τη δολοφονία δύο Γάλλων αστυνομικών και ενός πληροφοριοδότη τους το 1975 στο Παρίσι και το 2011, ως υπεύθυνος για επιθέσεις σε δύο τρένα, ένα σιδηροδρομικό σταθμό και σε ένα δρόμο του Παρισιού, όπου σκοτώθηκαν 11 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 150.