Προφυλακιστέος κρίθηκε ο δημοσιογράφος Τάκης Μουσσάς από τον ανακριτή και τον Εισαγγελέα για το κύκλωμα των εκβιαστών.
Ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους αφέθηκαν ο εκδότης Παναγιώτης Μαυρίκος και ο δημοσιογράφος Χρήστος Φράγκου.
Συγκεκριμένα τους επιβλήθηκε χρηματική εγγύηση 50.000 ευρώ και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
Ο εκδότης Παναγιώτης Μαυρίκος
Κατά την απολογία του, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο εκδότης Παναγιώτης Μαυρίκος άφησε αιχμές για τη σχέση του ενός εκ των συγκατηγορουμένων του δημοσιογράφων με τη γυναίκα που κατήγγειλε την υπόθεση, Αμαλία Κάτζου.
Ο κατηγορούμενος εκδότης αρνήθηκε τις πράξεις που του αποδίδονται και δηλώνει με υπόμνημα προς τον δικαστικό λειτουργό «θύμα πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων εξαιτίας της αδέσμευτης δημοσιογραφικής μου πένας». Τόνισε δε ότι τα έντυπα τού ανήκουν στον δεξιό χώρο «και δεν θα μπορούσαν ποτέ να στηρίξουν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ».
Μάλιστα, ο εκδότης άφησε αιχμές σε βάρος των δύο συγκατηγορουμένων του και της καταγγέλλουσας αναφέροντας στο υπόμνημα του πως δηλώνει «ξένος ως προς αυτά που συμβαίνουν σε συνεννοήσεις και συνομιλίες πίσω από την πλάτη μου, ανάμεσα σε πρόσωπα που γνωρίζονται άριστα και συνεργάζονται επί σειρά ετών, δηλαδή την καταγγέλλουσα και τους δυο συγκατηγορούμενους μου».
Κατά την εκδοχή που έθεσε ενώπιον του ανακριτή ο εκδότης, ο ένας εκ των δύο δημοσιογράφων, Παναγιώτης Μουσάς, είχε «στενή φιλική έως και ερωτική σχέση» με τη συνεργάτιδα του επικεφαλής της ΕΥΔΑΠ που κατήγγειλε τους κατηγορούμενους. Έτσι, όπως υποστηρίζει ο εκδότης, χρησιμοποιήθηκε, εν αγνοία του, το όνομα του σε συνομιλίες του εν λόγω κατηγορούμενου δημοσιογράφου με την καταγγέλλουσα, «είτε για να της δείξει δυνατότητες επιρροής που στην πραγματικότητα στερείται και να την εντυπωσιάσει είτε επειδή σκόπιμα χρησιμοποιήθηκε από τη στενή φίλη του».
Ο κ. Μαυρίκος αναφέρει στο υπόμνημα του ότι «το κλίμα» στις συνομιλίες του Π.Μ. με την καταγγέλλουσα είναι «εύθυμο, οικείο και χαλαρό» και επικαλούμενος την «τόσο ιδιαίτερη μεταξύ τους σχέση», υποστηρίζει ότι καταρρίπτεται το σενάριο μιας εκβιαστικής προσέγγισης από τον έναν στον άλλον.
Φαίνεται, επίσης, να υποστηρίζει ότι όλα όσα καταλογίζονται στην υπόθεση αποτελούν συνηθισμένη διαδικασία διαφημιστικής καταχώρησης.
Κατά τον εκδότη:
Η δικογραφία είναι αποτέλεσμα κατασκευής με σκοπό την ηθική και σωματική εξόντωσή μου και την απαξίωση του δημοσιογραφικού και επαγγελματικού μου προφίλ. Λόγω των θεμάτων που καλύπτω και των προτάσεων μου που είναι προσωπικές απόψεις και όχι κατευθυνόμενες από συμφέροντα, έχω αναπόφευκτα δημιουργήσει πολλούς αντιπάλους και ανταγωνιστές που κρυφά και φανερά έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους να με βλάψουν.
Ο συνήγορος του εκδότη Αλέξης Κούγιας δήλωσε: «Ήταν ένα πολύ δύσκολο τριήμερο. Νομίζω ότι προσπάθησα να ενημερώσω για το μέγεθος της υπόθεσης. Τα στοιχεία σε βάρος του πελάτη μου ήταν απειροελάχιστα κι αυτό διαπιστώθηκε από την απόφαση».
Αρνήθηκε τις κατηγορίες ο Μουσάς
Στην δική του απολογία, νωρίτερα, ο δημοσιογράφος Παναγιώτης Μουσάς φέρεται να αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδίδονται και να τόνισε ότι είναι «απολύτως αβάσιμες, παντελώς ανυπόστατες και στηρίζονται αποκλειστικά στην μεθοδευμένη καταγγελία της μοναδικής μάρτυρα».
Ο κατηγορούμενος φαίνεται να υποστηρίζει πως όλοι οι διάλογοι και οι επικοινωνίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία είναι στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας και της επιδίωξης του να εξασφαλίσει διαφημιστική ύλη στα Μέσα που συνεργαζόταν. Φέρεται μάλιστα να χαρακτηρίζει απολύτως θεμιτό το να προσπαθεί να συγκεντρώνει διαφημίσεις από δημόσιους φορείς ή ιδιωτικές επιχειρήσεις. Τέλος, φαίνεται να αρνείται οποιαδήποτε απειλή του προς την καταγγέλλουσα ή το ανήλικο παιδί της με την οποία είχε πολυετή γνωριμία: «Γνώριζα το παιδί από μωρό. Από τις αποσπασματικές απομηγνατοφωνήσεις δεν προκύπτει καμία απειλή, αντίθετα προκύπτει ο διάλογος που υπήρχε και το ενδιαφέρον μου να ρωτάω τη μητέρα για το παιδί της».
«Είμαι αθώος» λέει ο Φράγκου
Ο τρίτος κατηγορούμενος δημοσιογράφος, Χρήστος Φράγκου, κατά την απολογία του φέρεται να αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι διέπραξε οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη δηλώνοντας αθώος, ενώ φέρεται να ισχυρίστηκε ότι «όλες οι συνομιλίες και οι επαφές μου έγιναν στα πλαίσια του επαγγέλματός μου χωρίς ποτέ να διανοηθώ ή να αποπειραθώ να εκβιάσω οιονδήποτε. Ουδέποτε απείλησα συνομιλητή μου και πολύ περισσότερο τα παιδιά τους» και πρόσθεσε: «Θεωρώ ύψιστη συκοφαντία και διαστρέβλωση όσα λέγονται και γράφονται για αυτό το θέμα».
Παράλληλα, ο κατηγορούμενος φέρεται να ζήτησε από τους δικαστικούς λειτουργούς να κρίνουν «μόνο με βάση το υλικό της δικογραφίας και τα στοιχεία που υπάρχουν σε αυτή, χωρίς να επηρεαστούν από το επικοινωνιακό βάρος της υπόθεσης και από τις πολιτικές προεκτάσεις και διαμάχες που ανέκυψαν εξαιτίας της».