Για μία ακόμη φορά ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέκλεισε το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών κατά τη συνεδρίαση του Διαγραμματειακού της Νέας Δημοκρατίας, ενώ με εντολή του και η Αριστοτελία Πελώνη απέκλεισε το ενδεχόμενο ανασχηματισμού τονίζοντας πως «στον πρωθυπουργό δεν αρέσουν οι αλλαγές».
Κι όμως, μία ρήση του Γιώργου Γεραπετρίτη άναψε φωτιές και ξεκίνησαν εκ νέου τα σενάρια για ανασχηματισμό τα οποία οριοθετούνται περί τα μέσα Ιουλίου. Η αλήθεια είναι ότι αυτό που είπε ο υπουργός Επικρατείας, δηλαδή ότι «οι ίδιοι 11 δεν αποδίδουν το ίδιο σε καμία ομάδα», μάλλον ως μία ακόμη αστοχία μπορεί να χαρακτηριστεί. Κι αυτό διότι έρχεται σε μία εποχή, που όπως είπε και ο κ. Μητσοτάκης στα στελέχη της Ν.Δ., «η κυβέρνηση σήμερα έχει πολύ σημαντική αποδοχή και αντοχή. Έχει αναγνώριση που υπερβαίνει τα κομματικά όρια».
Και το αφήγημα που θέλει να επικοινωνήσει ο κ. Μητσοτάκης προς τους πολίτες είναι ότι η Ελλάδα είναι θωρακισμένη για τη μετά πανδημία εποχή, όπου είναι βέβαιο ότι η οικονομία θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Και ας μην ξεχνάμε ότι ο τελευταίος ανασχηματισμός έγινε λίγες ημέρες πριν η χώρα μπει σε ένα τρίτο lockdown, τον περασμένο Ιανουάριο, για να αντιμετωπίσει το τρίτο κύμα του covid 19.
Οι ανασχηματισμοί επί της ουσίας δεν είναι τίποτε άλλο από εσωτερικές διευθετήσεις
Εξάλλου, όπως λένε συνεργάτες του πρωθυπουργού, «συνήθως οι ανασχηματισμοί μπορεί να χρησιμοποιούνται από τις κυβερνήσεις ως μία ιδανική λύση, αλλά επί της ουσίας δεν είναι τίποτε άλλο από εσωτερικές διευθετήσεις, οι οποίες κάποιους ικανοποιούν, αλλά δημιουργούν και νέες εστίες γκρίνιας, είτε από αυτούς που φεύγουν, είτε από όσους περίμεναν να υπουργοποιηθούν και τελικά δεν αξιοποιήθηκαν». Όντως, οι ανασχηματισμοί δίνουν τροφή στους δημοσιογράφους για έχουν «καυτό» ρεπορτάζ, αλλά στην πραγματικότητα ουδόλως ενδιαφέρουν τους πολίτες. Αυτή την εποχή οι πολίτες σκέφτονται περισσότερο το αύριο και τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις που αφήνει η πανδημία, και λιγότερο το εάν θα γίνουν αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα.
Με φόντο το αβέβαιο μέγεθος των οικονομικών επιπτώσεων που αφήνει η πανδημία και παρά το νέο φάλτσο Γεραπετρίτη, στο Μαξίμου ξέρουν ότι οι πολίτες ελάχιστα ενδιαφέρονται για το εάν θα γίνουν αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα όσο παραμένει
Μέχρι τώρα ο πρωθυπουργός έχει προχωρήσει σε δύο ανασχηματισμούς. Ο ένας πέρυσι το καλοκαίρι, όπου υπήρξαν δύο αναβαθμίσεις και τρεις είσοδοι, ενώ ο δεύτερος τον Ιανουάριο ήταν πιο ηχηρός λόγω των αποχωρήσεων του Τάκη Θεοδωρικάκου από το υπουργείο Εσωτερικών και του Γιάννη Βρούτση από το υπουργείο Εργασίας. Όμως τα βασικά υπουργεία έμειναν τα ίδια, ενώ και στο Μαξίμου δεν άλλαξαν οι ρόλοι παρά τον ερχομό του Θόδωρου Λιβάνιου.
Το θέμα είναι, βέβαια, αν ο πρόεδρος της Ν.Δ. και της Κυβέρνησης εκτός από τον ανασχηματισμό ξορκίζει και την ιδέα να στήσει πρόωρες κάλπες. Κι εδώ η απάντηση μόνο εύκολη δεν είναι δεδομένου ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει πολλάκις δηλώσει ότι οι βουλευτικές εκλογές θα γίνουν με την εξάντληση της τετραετίας. Η αλήθεια είναι ότι αυτό ακριβώς έχει στο μυαλό του ο πρωθυπουργός αλλά σε μία χώρα που συχνά πυκνά στήνονται κάλπες με την επίκληση εθνικού λόγου, ουδείς βάζει το χέρι του στο… Ευαγγέλιο ότι δεν θα προκύψει μία τέτοια εξέλιξη.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και οι πιο «ψαγμένοι» που επιμένουν –και πολλές φορές έχουν επιβεβαιωθεί στο παρελθόν– ότι αν και εφόσον το φθινόπωρο η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει καταφέρει να περατώσει επιτυχώς το εμβολιαστικό σχέδιο και έχει αποτραπεί ένα νέο κύμα πανδημίας, αν η οικονομία έχει αρχίσει να ρολάρει εκμεταλλευόμενη και τα κονδύλια του Ευρωταμείου, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα μία νηνεμία στα ελληνοτουρκικά, τότε μπορεί και να μην αντέξει ο πρωθυπουργός να αντισταθεί στον πολιτικό πειρασμό να κεφαλαιοποιήσει αυτά τα «παράσημα» προσφεύγοντας στις κάλπες για ανανέωση της λαϊκής εντολής.
«Και σε κάθε περίπτωση, ας να μην υποβαθμίζουμε και το ενδεχόμενο να θελήσει ο πρωθυπουργός να στήσει πρόωρες κάλπες για να “κάψει” την απλή αναλογική, εκμεταλλευόμενος και τη δημοσκοπική ανυπαρξία της αντιπολίτευσης» απάντησε στην «Α» έμπειρος πολιτικός αναλυτής.
Έκλεισε, δε, τον συλλογισμό του μειδιώντας: «Το “ποτέ μην λες ποτέ” ισχύει και για το “ποτέ δεν θα κάνω πρόωρες”».
Το μήνυμα του πρωθυπουργού
Η αλήθεια είναι ότι με την έγκριση του ελληνικού προγράμματος από τις Βρυξέλλες και την εισροή των πρώτων κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης προσφέρεται μία ευκαιρία στον Κυριάκο Μητσοτάκη να σηματοδοτήσει το μήνυμα ότι μία νέα εποχή ξεκινά για τη χώρα. Κάτι που θα σηματοδοτήσει και η ομιλία του στη ΔΕΘ, όπου λογικά φέτος θα διεξαχθεί, με στόχο να σημάνει την έναρξη της κανονικότητας για την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
Οπότε είναι λογικό, παρά τις διαψεύσεις, να υπάρχουν στο πίσω μέρος του μυαλού του πρωθυπουργού σκέψεις για αλλαγές πριν ξεσπάσει το 4ο κύμα το φθινόπωρο, όπου οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι λόγω εμβολιασμών θα είναι σαφώς πιο ανώδυνο. Εξάλλου, και οι ανασχηματισμοί δεν επιφέρουν αλλαγές στην κεντρική κατεύθυνση και στον κεντρικό σχεδιασμό που έχει κάνει ο πρωθυπουργός.
Ο κεντρικός σχεδιασμός του Μαξίμου είναι ξεκάθαρος. Πρωτίστως, ο πρωθυπουργός ενδιαφέρεται να κλείσει εκκρεμότητες και να τρέξει τις μεταρρυθμίσεις. Εξάλλου, όπως υποστηρίζουν οι συνεργάτες του, «με αυτή την ατζέντα εξελέγη η Ν.Δ. και με αυτή θα κριθεί στις εκλογές». Βεβαίως, ο πήχης είναι ψηλά και τον έθεσε εκεί ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης. Δεν είναι απλά η απουσία σοβαρής εναλλακτικής, λόγω της ανύπαρκτης αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, όσο η αίσθηση σε πολύ κόσμο ότι η κυβέρνηση έχει ανταποκριθεί καλά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έστω και με φάλτσα, στις μείζονες προκλήσεις. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να λειτουργεί ως αφορμή επανάπαυσης. Άλλωστε, το πιο δύσκολο είναι να ανταγωνίζεσαι τον εαυτό σου.
Δημοσκοπική κυριαρχία στο μάξιμουμ έναντι του Τσίπρα
Πολλές φορές έχει τονιστεί πως οι πολίτες εξακολουθούν να εμπιστεύονται τον Κυριάκο Μητσοτάκη για να διαχειριστεί τα θέματα της οικονομίας. Κάτι που φάνηκε και από την τελευταία δημοσκόπηση της GPO, όπου η υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη έναντι του Αλέξη Τσίπρα είναι τεράστια στα θέματα οικονομίας.
Έτσι, στο ερώτημα για το ποιος μπορεί να φέρει περισσότερες επενδύσεις, το σκορ είναι 49,3%-19,6%. Στο ερώτημα ποιος πιστεύετε ότι γνωρίζει καλύτερα τα θέματα οικονομίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται με 47,2%, ενώ ο κ. Τσίπρας είναι στο 25,6%. Τέλος, στο ερώτημα ποιος μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα την οικονομική κρίση, ο κ. Μητσοτάκης είναι στο 45,6%, ενώ ο κ. Τσίπρας στο 27,7%.