Πέντε καταγγελίες για βιασμό επιβαρύνουν το πρώην αφεντικό των Harrods, Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών.
Το BBC συγκέντρωσε μαρτυρίες 20 πρώην υπαλλήλων για σεξαουλαικές επιθέσεις που δέχτηκαν από τον δισεκατομμυριούχο, συμπεριλαμβανομένου του βιασμού. Εκτός από το διαμέρισμά του στο Λονδίνο, μαρτυρίες μιλούν για βιασμούς μέχρι και στο ξενοδοχείο Ritz στο Παρίσι, επίσης ιδιοκτησίας του.
«Το τέρας»
«Προφανώς δεν ήθελα να συμβεί αυτό. Ήθελα απλώς να τελειώσει», λέει μια από τις γυναίκες, που κατήγγειλε ότι βιάστηκε στο διαμέρισμά του Αλ Φαγιέντ στο Park Lane.
Μια άλλη γυναίκα λέει ότι ήταν έφηβη όταν τη βίασε στο Mayfair. «Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ ήταν ένα τέρας, σεξουαλικό αρπακτικό χωρίς καμία απολύτως ηθική», λέει, προσθέτοντας ότι όλο το προσωπικό στο Harrods ήταν τα «παιχνίδια» του.
«Ήμασταν όλοι τόσο φοβισμένοι. Καλλιέργησε ενεργά τον φόβο. Αν έλεγε «άλμα» οι υπάλληλοι θα ρωτούσαν «πόσο ψηλά».
Η επιχειρηματική σταδιοδρομία του Φαγιέντ ξεκίνησε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, όπου πουλούσε ανθρακούχα ποτά στους περαστικούς. Ο γάμος με την αδερφή ενός εκατομμυριούχου Σαουδάραβα έμπορου όπλων τον βοήθησε να χτίσει μια επιχειρηματική αυτοκρατορία.
Μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1974 και ήταν ήδη γνωστό δημόσιο πρόσωπο όταν ανέλαβε τα Harrods το 1985. Τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, εμφανιζόταν τακτικά ως καλεσμένος σε τηλεοπτικές συνομιλίες και ψυχαγωγικές εκπομπές.
Ο γιος του Dodi σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα μαζί με την πριγκίπισσα της Ουαλίας, το 1997.
«Καημένο κορίτσι, είσαι εσύ σήμερα»
«Ήταν άθλιος», λέει μια από τις γυναίκες, η Σοφία, η οποία εργάστηκε ως προσωπική του βοηθός από το 1988 έως το 1991. Λέει ότι προσπάθησε να τη βιάσει περισσότερες από μία φορές.
Μερικές από τις γυναίκες συμφώνησαν να κινηματογραφηθούν – και το BBC δεσμεύτηκε να μην χρησιμοποιήσει επώνυμα. Άλλες επέλεξαν να παραμείνουν ανώνυμες.
Ο ιδιοκτήτης των Harrods περιόδευε τακτικά τους τεράστιους ορόφους πωλήσεων του πολυκαταστήματος και εντόπιζε νεαρές γυναίκες βοηθούς που έβρισκε ελκυστικές, οι οποίες στη συνέχεια θα προωθούνταν για να εργαστούν στα γραφεία του στον επάνω όροφο – σύμφωνα με το BBC.
«Όλοι βλέπαμε ο ένας τον άλλον να περνάει από εκείνη την πόρτα σκεπτόμενοι, «καημένο κορίτσι, είσαι εσύ σήμερα» και νιώθοντας εντελώς ανίσχυροι να το σταματήσουμε», λέει η Άλις, που δεν είναι το πραγματικό της όνομα.
Η «Rachel», εργάστηκε ως προσωπική βοηθός στο Harrods τη δεκαετία του 1990.
Ένα βράδυ μετά τη δουλειά, λέει ότι την κάλεσαν στο πολυτελές διαμέρισμά του, σε ένα μεγάλο τετράγωνο στο Park Lane με θέα στο Hyde Park του Λονδίνου.Ο Φαγιέντ της ζήτησε να καθίσει στο κρεβάτι του και μετά έβαλε το χέρι του στο πόδι της, ξεκαθαρίζοντας τι ήθελε.
Η «Σοφία», μίλησε για εφιάλτη: «Δεν μπορούσα να φύγω. Δεν είχα σπίτι για να επιστρέψω, έπρεπε να πληρώσω ενοίκιο», λέει. «Ήξερα ότι έπρεπε να το περάσω και δεν ήθελα. Ήταν φρικτό και το κεφάλι μου ήταν ανακατεμένο».
Η Gemma, η οποία εργάστηκε ως ένας από τους προσωπικούς βοηθούς του Fayed μεταξύ 2007-09, λέει ότι η συμπεριφορά του έγινε πιο τρομακτική κατά τη διάρκεια επαγγελματικών ταξιδιών στο εξωτερικό καιι κορυφώθηκε με τον βιασμό της στη Villa Windsor στο Bois de Boulogne του Παρισιού. Η Τζέμα λέει ότι ξύπνησε ξαφνιασμένη στην κρεβατοκάμαρά τη, καθώς ο Φαγιέντ ήταν δίπλα στο κρεβάτι της φορώντας απλώς μια μεταξωτή ρόμπα. Στη συνέχεια προσπάθησε να πάει στο κρεβάτι μαζί της.
«Του είπα, «όχι, δεν σε θέλω». Και συνέχισε απλώς να προσπαθεί να μπει στο κρεβάτι, και πραγματικά δεν μπορούσα να να φύγω. Ήμουν μπρούμυτα στο κρεβάτι και εκείνος απλώς πίεσε τον εαυτό του πάνω μου».
Οκτώ άλλες γυναίκες είπαν επίσης ότι δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση στα ακίνητά του Φαγιέντστο Παρίσι. Πέντε γυναίκες περιέγραψαν τις επιθέσεις ως απόπειρα βιασμού.
«Κοινό μυστικό»
«Γνώριζα για την κακοποίηση των γυναικών όταν ήμουν στο κατάστημα», λέει ο Tony Leeming, διευθυντής τμήματος Harrods από το 1994 έως το 2004. Η μαρτυρία του υποστηρίζεται από πρώην μέλη της ομάδας ασφαλείας.
«Γνωρίζαμε ότι είχε αυτό το πολύ έντονο ενδιαφέρον για νεαρά κορίτσια», λέει ο Eamon Coyle, ο οποίος εντάχθηκε στο Harrods το 1979 και στη συνέχεια έγινε αναπληρωτής διευθυντής ασφαλείας από το 1989-95.
Το προσωπικό ασφαλείας «ήξερε ότι ορισμένα πράγματα συνέβαιναν σε ορισμένες γυναίκες υπαλλήλους στο Harrods», σύμφωνα με άλλη κατάθεση εργαζόμενου στην ασφάλεια.
Πολλές από τις γυναίκες δήλωσαν ότι υποβλήθηκαν σε ιατρικές εξετάσεις – συμπεριλαμβανομένων επεμβατικών τεστ σεξουαλικής υγείας γιατί αυτό παρουσιάστηκε ως προνόμιο και προσφορά από την εργοδοσία.
«Δεν υπάρχει κανένα όφελος για κανέναν να γνωρίζει ποια είναι η σεξουαλική μου υγεία, εκτός αν σκοπεύεις να κοιμηθείς με κάποιον, κάτι που μου φαίνεται πολύ ανατριχιαστικό τώρα», λέει η Κάθριν, η οποία ήταν εκτελεστική βοηθός το 2005.
«Κυριαρχία του φόβου»
Όλες οι γυναίκες δήλωσαν ότι δέχτηκαν εκφοβισμό κι αυτό τις εμπόδισε να αποκαλύψουν τι συνέβαινε νωρίτερα. Φοβοόντουσαν να μιλήσουν ακόμη και στο τηλέφωνο καθώς «οι κρυφές κάμερες δεν ήταν ο μόνος τρόπος παρακολούθησης».
Πρώην αναπληρωτής διευθυντής ασφαλείας, ο Eamon Coyle επιβεβαίωσε ότι μέρος της δουλειάς του ήταν να ακούει κασέτες με ηχογραφημένες κλήσεις. Κάμερες είχαν επίσης εγκατασταθεί σε όλο το κατάστημα, είπε, συμπεριλαμβανομένων των executive σουιτών.
Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ κατέθεσε αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση στο περιοδικό Vanity Fair το 1995, για άρθρο που ισχυριζόταν ρατσισμό, παρακολούθηση προσωπικού και σεξουαλική παρενόχληση.
Το 1997, το The Big Story του βρετανικού καναλιού ITV ανέφερε περαιτέρω σοβαρές καταγγελίες.
Το 2017, τα Dispatches του Channel 4 μετέδωσαν καταγγελίες από γυναίκα που δεν θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της για να δώσει και σε άλλες κουράγιο να μιλήσουν. Ακολούθησε έρευνα του 2018 στο Channel 4 News.
Οι νέοι ιδιοκτήτες του Harrods διευθετούν αποζημιώσεις
Το ντοκιμαντέρ του BBC αποκαλύπτει ότι, ως μέρος του διακανονισμού οι γυναίκες έπρεπε να υπογράψουν συμφωνητικό μη αποκάλυψης (NDA), νομικά δεσμευτική σύμβαση που διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες παραμένουν εμπιστευτικές.
Ένα από τα φερόμενα θύματα δήλωσε ότι «μετά τον βιασμό της, εγκατέλειψε τη δουλειά της στα Harrods λόγω σεξουαλικής παρενόχλησης, αλλά δεν ένιωθε ικανή να αποκαλύψει όλη την αλήθεια.
Το BBC έχει ακούσει ότι γυναίκες απειλήθηκαν και εκφοβίστηκαν από τον τότε διευθυντή ασφαλείας του Harrods, John Macnamara.
«Οι σημερινοί Harrods είναι ένας πολύ διαφορετικός οργανισμός από αυτόν που ελεγχόταν από τον Al Fayed μεταξύ 1985 και 2010, ένας οργανισμός που επιδιώκει την ευημερία των εργαζομένων», ανακοίνωσε η σημερινή διεύθυνση του πολυκαταστήματος.
Δεκατέσσερις από τις γυναίκες σκησαν πρόσφατα αστικές αξιώσεις κατά των Harrods για αποζημίωση. Οι σημερινοί ιδιοκτήτες άρχισαν διακανονισμούς τον Ιούλιο του 2023 και ενημέρωσαν ότι η διαδικασία είναι ακόμα διαθέσιμη για όλους τους νυν ή πρώην υπαλλήλους».
Ανεπιβεβαίωτες αναφορές μιλούν για περιουσία πάνω από 1 δισεκατομμύριο λίρες που άφησε στη διαθήκη του ο μεγιστάνας. Αλλά τα χρήματα δεν είναι το κίνητρο για να μιλήσουν, υποστήριξαν οι γυναίκες.
Οι δικηγόροι Bruce Drummond και Dean Armstrong KC, που εκπροσωπούν μερικές από τις γυναίκες υποστηρίζουν ότι το κατάστημα ήταν υπεύθυνο για ένα μη ασφαλές σύστημα εργασίας.
Πηγή: BBC