Τα γεγονότα που πρωταγωνιστούν στην επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες και θα συνεχίσουν να έχουν την πρωτοκαθεδρία στην ενημέρωση είναι η τραγωδία στα Τέμπη και η σεισμική δραστηριότητα στη Σαντορίνη και στην Αμοργό.
Με αφορμή τα Τέμπη πρέπει να θυμηθούμε πόσο, μεγάλες υποθέσεις στα χρόνια της μεταπολίτευσης, έχουν δημιουργήσει στην κοινή γνώμη ένα μεγάλο έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς και τα αξιώματα.
Από την εποχή της ΔΕΗ και τη νομιμοποίηση από τον τότε πρωθυπουργό, της υπεξαίρεσης 500 εκατομμυρίων δραχμών από τον επικεφαλής. Στη συνέχεια το σκάνδαλο Κοσκωτά, το σκάνδαλο με την πώληση της ΑΓΕΤ Ηρακλής, οι υποκλοπές επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το Χρηματιστήριο, η Siemens, το Βατοπέδι, τα δομημένα ομόλογα, η Novartis και μια σειρά άλλων σκανδάλων μικρότερης εμβέλειας.
Όπως επίσης και οι τραγωδίες που μας προέκυψαν στις οποίες αποδόθηκε εγκληματική και σκανδαλώδης υφή. Το ναυάγιο του «Σάμινα», το Μάτι και τα Τέμπη.
Όλα αυτά όπως αντιλαμβάνεστε, οδήγησε όλους εμάς να αποκτήσουμε γερό στομάχι που μας επιτρέπει να καταπίνουμε σκάνδαλα και ελέφαντες.
Φταίμε εμείς που δεν έχουμε εμπιστοσύνη στους θεσμούς; Όχι, βέβαια. O μέσος πολίτης έχει μάθει να μην εμπιστεύεται κανέναν και τίποτα. Όλα όσα που συμβαίνουν και ακούγονται τώρα για τα Τέμπη είναι απότοκα αυτής της συνθήκης. Χωρίς φυσικά να είναι άμοιρη ευθυνών και η κυβέρνηση, η οποία σίγουρα φέρει ευθύνη για το χειρισμό του θέματος.
Οι χειρισμοί της απέκτησαν, ενοχικά χαρακτηριστικά. Και ας μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας, παραπέμποντας το θέμα, στο σύνολο του, στη Δικαιοσύνη.
Ο Οργανισμός για τη διερεύνηση των ατυχημάτων συστάθηκε τον Νοέμβριο του 2024. Έπρεπε να είχε συσταθεί την επομένη της τραγωδίας. Εν ανάγκη με τη συμμετοχή ξένων ειδικών. Η κυβέρνηση όφειλε να πρωτοστατήσει στη διερεύνηση των στοιχείων της τραγωδίας. Αντ’ αυτού επέλεξε να δείχνει τον σταθμάρχη και να εκφράζεται με τόση βεβαιότητα που σήμερα δείχνει ύποπτη.
Το παρατεταμένο ξύπνημα του Εγκέλαδου στη Σαντορίνη και τις Κυκλάδες μπορεί να θεωρηθεί και ως καλή τύχη του Κυριάκου Μητσοτάκης. Δεν το λέμε μόνο εμείς, αλλά και πρόσωπα που βρίσκονται στο περιβάλλον του.