200 χρόνια μετά την έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας και πάλι σφίγγει η “θηλιά” του χρέους.
Σήμα κινδύνου για την αύξηση του ιδιωτικού χρέους κάθε μορφής κρούει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεσή του για το τέταρτο τρίμηνο του 2020. 200 χρόνια μετά την έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας όπου το θέμα των δανείων ήταν καταλύτης εξελίξεων η Βουλή των Ελλήνων δια του Γραφείου Προϋπολογισμού αναδεικνύει τη μεγάλη απειλή και πάλι του χρέους, ιδιωτικού και δημόσιου. Και όσο κι αν τα πράγματα έχουν αλλάξει και το σημαντικό είναι να υπάρχει δυνατότητα εξυπηρέτησης οφειλών, άρα δυναμική ανάπτυξη, αναπόφευκτα η σκέψη πάει σε “παραλληλία” με την ιστορία, τις στάσεις πληρωμών του 1827 και 1843, αλλά και την τότε συγκυρία όπου τα δάνεια του αγώνα λειτούργησαν, είτε ως κυψέλη διαφθοράς, είτε ως επιταχυντής ανάμιξης των ξένων δυνάμεων αλλά και ως όχημα μιας περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας.
Στο σήμερα πάντως το Γραφείο Προϋπολογισμού με προσεκτικό τρόπο καταγράφοντας τα δεδομένα κάνει λόγο για κίνδυνο από την αύξηση του ιδιωτικού χρέους που αναμένεται να προκύψει λόγω της οικονομικής ύφεσης.
Εξειδικεύει, δε, ότι το μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος στο τέλος του 2020 έφτασε τα 242,6 δις. Πιο συγκεκριμένα
108,1 δις στην εφορία,
37,5 δις στα ασφαλιστικά ταμεία,
58,1 δις στις τράπεζες και
38,9 δις στις εγχώριες Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ).
Όπως αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης «το συνολικό μέγεθος δεν είναι αυξημένο σε σχέση με το 2019, αναμένουμε ωστόσο να καταγράψει σημαντική επιδείνωση όταν θα ξεκινήσει η υλοποίηση των αποπληρωμών. Σε αυτό το στάδιο ενδέχεται να χρειαστούν επιπρόσθετες παρεμβάσεις και ειδικές ρυθμίσεις αποπληρωμής που ουσιαστικά θα ισοδυναμούν με ανάληψη μέρους του ιδιωτικού χρέους από τον δημόσιο τομέα. Τέτοιες παρεμβάσεις που αφορούν ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο θα πρέπει να έχουν διαφανείς κανόνες και κριτήρια και να αποφασιστούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο» αναφέρουν σχετικά.
4 εκατ. Έλληνες χρωστούν
Αναφορικά με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών, στο τέλος του 2020 καταγράφονται κάπως μειωμένοι και φτάνουν τους 4.045.217 οφειλέτες. Ωστόσο στις κατηγορίες οφειλής άνω των 10.000 ευρώ διαπιστώνεται αύξηση τόσο στο πλήθος των οφειλετών, όσο και στο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 πηγάζει από τους οφειλέτες με ύψος οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ (αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε αυτήν την κατηγορία κατά 2,1 δις ευρώ), ο αριθμός των οποίων σημείωσε αύξηση κατά 205 πρόσωπα.
Οι επιχειρήσεις
Επίσης οι οφειλές των νομικών προσώπων αυξήθηκαν κατά 1,4 δις ευρώ, ενώ το ύψος του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου τους σε αυτήν την κατηγορία οφειλής άγγιξε στο τέλος του 2020 τα 62,9 δις ευρώ. Αντίστοιχα το πλήθος των νομικών προσώπων που οφείλουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στα 5.119, καθώς αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 132 νομικά πρόσωπα.
Τα Ταμεία
Σε σχέση με οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία ο συνολικός αριθμός των μητρώων με οφειλές διαμορφώνεται στο τέλος του 2020 σε 2.013.900 μητρώα.
Στο «βουνό» αυτό των χρεών βέβαια πρέπει να προστεθεί και το δημόσιο χρέος. Ειδικά αυτό της Γενικής Κυβέρνησης αυξήθηκε κατά 10 περίπου δισ φτάνοντας τα 341 δις ευρώ (205% του ΑΕΠ) τον Δεκέμβριο του 2020
Όπως αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής «η πανδημία αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης, το οποίο προβλέπεται να αυξηθεί από 180,5% του ΑΕΠ το 2019 σε πάνω από 207% του ΑΕΠ το 2020. Ωστόσο, καθώς τα έκτακτα μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία αναμένεται να είναι προσωρινά και η οικονομία αναμένεται να αρχίσει να ανακάμπτει το 2021, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να ακολουθήσει μια πτωτική τάση από το 2021. Παρόλα αυτά, θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, πάνω από το 120% του ΑΕΠ έως το 2040, κάτι που αντανακλά την επιδείνωση των βραχυπρόθεσμων.»