Οι πρώτοι 6 νεκροί και 23 τραυματίες σε συγκρούσεις απεργών και χωροφυλάκων στην Ελλάδα
Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη /akontogiannidis@yahoo.gr
Τέτοιες μέρες του Αυγούστου του 1916, ξέσπασαν στην Σέριφο αιματηρά επεισόδια, μεταξύ απεργών μεταλλωρύχων και ανδρών της Χωροφυλακής, με πολλούς νεκρούς και τραυματίες εκατέρωθεν. Ήταν η δεύτερη μεγάλη απεργία στην Ελλάδα που είχε νεκρούς και τραυματίες, σε αντίθεση με την πρώτη στην διόρυξη του Ισθμού της Κορίνθου, πριν από τριάντα χρόνια, στην οποία οι απεργοί διεκδικούσαν πληρωμή όλων των ωρών εργασίας, αλλά χωρίς αιματοχυσίες.
Προηγήθηκαν βεβαίως της απεργίας της Σερίφου, άλλες μικρές από εργαζόμενους κι επαγγελματίες, αλλά αίμα χύθηκε πρώτη φορά στο αιγαιοπελαγίτικο νησί, που θρήνησε τέσσερις εργάτες νεκρούς, δύο αστυνομικούς και πολλούς τραυματίες εκατέρωθεν.
Από καιρό οι εργαζόμενοι ζητούσαν αυξήσεις στις αποδοχές τους από τον γιό του Γερμανού επιχειρηματία Emil Gromman (Αιμίλιος Γκρόμμαν) Γεώργιο, αλλά εκείνος κώφευε. Δεν περίμενε, ότι οι άνθρωποι εκείνοι που έχυναν τον ιδρώτα τους στα μεταλλεία, κινδύνευε συνέχεια η ζωή τους και δούλευαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες μέχρι εξαντλήσεως στις στοές, θα έφταναν στα άκρα. Έτσι, αποφάσισαν στις 20 Αυγούστου 1916, να απεργήσουν, τη στιγμή που άρχισαν να καταφθάνουν φορτηγά πλοία για να πάρουν το μετάλλευμα και να το μεταφέρουν σε ευρωπαϊκά λιμάνια.
Στο αίτημα των απεργών, όπως δοθούν αυξήσεις στα ημερομίσθια τους, ο Γεώργιος Γκρόμμαν αρνήθηκε και τότε οι εργάτες μπήκαν μπροστά και δεν επέτρεψαν την μεταφορά και φόρτωση του μεταλλεύματος στο πρώτο πλοίο, το «Μανούση», που πλησίασε να φορτώσει στο Μεγάλο Λιβάδι.
Τότε η εταιρία του Γκρόμαν ζήτησε την παρέμβαση της αστυνομίας. Ο διευθυντής του εκεί Αστυνομικού Τμήματος ζήτησε ενισχύσεις και του απεστάλη από την Κέα, μικρή δύναμη δέκα χωροφυλάκων υπό τον υπομοίραρχο Χαρίλαο Χρυσάνθου (πρώην αξιωματικός του τμήματος ασφαλείας του βασιλιά). Ο Χρυσάνθου συνέλαβε περίπου τριάντα απεργούς και τους έκλεισε στα κρατητήρια της Αστυνομίας. Τότε οι απεργοί κινήθηκαν εναντίον των αστυνομικών και άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί από την πλευρά των αστυνομικών, που εδέχοντο κι αυτοί πυροβολισμούς και λιθοβολισμούς από τους απεργούς, με αποτέλεσμα να έχουμε τους πρώτους νεκρούς.
Σκοτώθηκαν, ο υπομοίραρχος Χρυσάνθου και ο ενωμοτάρχης Τριανταφύλλου και από πυροβολισμούς χωροφυλάκων σκοτώθηκαν τέσσερις απεργοί, οι Θεμιστοκλής Κουζούπης, Μιχαήλ Μητροφάνης (ήταν βαριά τραυματισμένος και πέθανε λίγο αργότερα), Μιχαήλ Ζωϊλης και Ιωάννης Πρωτόπαπας (βαριά τραυματισμένος πέθανε μετά).
Έξαλλοι από τους νεκρούς συναδέλφους τους οι απεργοί, άρπαξαν τα πτώματα του υπομοιράρχου και του ενωμοτάρχη και τα πέταξαν στη θάλασσα! Ανασύρθηκαν μετά, μεταφέρθηκαν στην Κέα, όπου και ετάφησαν.
Μπροστά στην έκρυθμη κατάσταση που επικρατούσε στο νησί, ο ανθυπασπιστής του Αστυνομικού Τμήματος Σερίφου, προκειμένου να ηρεμήσουν τα πνεύματα, πήγε στο Τμήμα και απέλυσε από τα κρατητήρια, τους τριάντα συλληφθέντες απεργούς εργάτες, συμβουλεύοντας τους να ηρεμήσουν τα πνεύματα.
Την ίδια ώρα από την Σύρο εστάλη ισχυρή αστυνομική δύναμη για να επαναφέρει την τάξη, ενώ ταυτοχρόνως οι υπουργοί Δικαιοσύνης και Στρατιωτικών έστειλαν το πολεμικό πλοίο «Αυλίς» με δύναμη στρατιωτών και τον ανακριτή Σύρου για να επιληφθεί των ανακρίσεων.
Όταν διαπίστωσαν οι απεργοί την αποστολή δυνάμεων στο νησί τους, σήκωσαν σε ψηλό σημείο την Γαλλική σημαία και ζήτησαν την συμπαράσταση των Συμμαχικών Αρχών, που είχαν την έδρα τους στην Μήλο.
Όταν έφτασαν στην Σέριφο, ο ανακριτής και ο εισαγγελέας Σύρου, επελήφθησαν της καταστάσεως. Αποφάσισαν όπως οι φορτώσεις των μεταλλευμάτων στα αναμένοντα ατμόπλοια να αναβληθούν για να μην διαταραχθεί η τάξη, μέχρι οριστικού διακανονισμού του ζητήματος. Έτσι αποκαταστάθηκε η τάξη και οι δυο πλευρές, αστυνομικοί και απεργοί, άρχισαν να στρέφουν την προσοχή στους τραυματίες τους.
Από την πλευρά της Αστυνομίας, τραυματίσθηκαν σοβαρά δέκα χωροφύλακες Χρ. Φωτεινόπουλος, Διονυσίου, Γεωργίου, Καλογεράκης, Κανάκης, Κων. Ρουμελιώτης, Τσαγκαδόπουλος, Ιω. Μελιδώνης, Χρ. Ζωγόπουλος και Ηρακλής Στραβοράβδης. Οι τραυματίες χωροφύλακες επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο «Κ.Τόγιας» και ανεχώρησαν για τον Πειραιά, εκτός από τον χωροφύλακα Γεώργιο Κόκοτα που βρέθηκε υγιής.
Από την πλευρά των απεργών εργατών, υπήρξαν 13 τραυματίες, οι εξής: Βικέντιος Δρώτας, Ανδρέας Γαλανός, Ιωσήφ Θεοφίλου, Ιω. Προκάκης, Νικ. Μαγούλας, Νασ. Μπρίλιος, Γεώργιος Τσαντούλος, Δημήτριος Γαλανός και Νικόλαος Γαλανός. Τέλος, με το ατμόπλοιο «Ύδρα» της εταιρίας Παληού, μεταφέρθηκαν στον Πειραιά άλλοι τέσσερις βαριά τραυματισμένοι απεργοί, οι Ευγενικός, Ανδρέου, Βασιλείου και Κρίτων Κόντες που εισήχθησαν αμέσως για θεραπεία στο «Τζάννειον» νοσοκομείο.