Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι οι προκλινικές μελέτες τους σε ανθρώπινα κύτταρα και ζώα (τρωκτικά) έδειξαν πως η κανναβιδιόλη, μία από τις βασικές δραστικές ουσίες της κάνναβης και της μαριχουάνας, «φρενάρει» τον πολλαπλασιασμό του κορωνοϊού σε αρχικό στάδιο της λοίμωξης, λίγο μετά την είσοδό του στα κύτταρα. Επίσης, μία συμπληρωματική μελέτη στοιχείων για 1.212 άτομα έδειξε ότι όσοι άνθρωποι είχαν ιστορικό χρήσης κάνναβης για ιατρικούς λόγους (θεραπεία επιληψίας), εμφάνισαν σημαντικά μικρότερο ποσοστό λοίμωξης Covid-19.
Μετά από αυτά τα ευρήματα, που παρουσιάστηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «Science Advances», οι Αμερικανοί επιστήμονες εισηγούνται να πραγματοποιηθούν κανονικές κλινικές δοκιμές της κανναβιδιόλης σε ανθρώπους προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο, όντως, μπορεί να αποτελέσει άλλο ένα «όπλο» κατά της πανδημίας, είτε ως προληπτικό φάρμακο είτε ως θεραπεία στο αρχικό στάδιο της λοίμωξης Covid-19. Από την άλλη πλευρά, όμως, τόνισαν ότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει μόνος του να χρησιμοποιήσει την κανναβιδιόλη ως φάρμακο κατά της Covid-19, καθώς μένουν αναπάντητα πολλά ερωτήματα, όπως ποια μπορεί να είναι η σωστή δόση και με ποιο τρόπο θα πρέπει να χορηγείται, εάν τελικά αποφασιστεί κάτι τέτοιο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Μάρσα Ρόσνερ του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Σικάγο, διευκρίνισαν ότι παρατήρησαν δραστηριότητα κατά του κορωνοϊού μόνο για την κανναβιδιόλη και τον μεταβολίτη της 7-OH-CBD και όχι για άλλα κανναβινοειδή. Επίσης, βρήκαν ότι η τετραϋδροκανναβινόλη (THC), η κύρια ψυχοδραστική ουσία της κάνναβης και της μαριχουάνας, φαίνεται να έχει αντίθετα αποτελέσματα και να αντισταθμίζει τη δράση της κανναβιδιόλης κατά του κορονοϊού.
Γι’ αυτό, όπως επεσήμαναν, «αυτό και μόνο το εύρημα εξαλείφει τη χρησιμότητα της μαριχουάνας ως αποτελεσματικής πηγής της αντιικής κανναβιδιόλης, αναδεικνύοντας τη σημασία η τελευταία να είναι απολύτως καθαρή, με συγκεκριμένη σύνθεση και υψηλή συγκέντρωση, ενώ αντίθετα τα εμπορικά διαθέσιμα προϊόντα κάνναβης εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις». Υπογράμμισαν ότι δεν ενδείκνυται η κατανάλωση εμπορικών προϊόντων που περιέχουν κανναβιδιόλη ως τρόπος αντιμετώπισης του κορονοϊού.
Οι ερευνητές έβαλαν στο εργαστήριο κανναβιδιόλη μαζί με ανθρώπινα κύτταρα πνευμόνων (που διαθέτουν τον υποδοχέα ΑCE2, μέσω του οποίου ο κορωνοϊός εισδύει σε αυτά και τα μολύνει). Μετά από 48 ώρες παρατηρήθηκε ισχυρή δράση αναστολής του πολλαπλασιασμού του ιού μέσα στα κύτταρα, χωρίς τοξικές παρενέργειες. Το πείραμα επαναλήφθηκε και με άλλου είδους ανθρώπινα κύτταρα, καθώς επίσης με τρεις παραλλαγές του ιού (Άλφα, Βήτα, Γάμμα) και σε όλες τις περιπτώσεις τα αποτελέσματα ήταν εξίσου θετικά.
Οι δοκιμές συνεχίστηκαν με ζώα (ποντίκια), στα οποία χορηγήθηκε κανναβιδιόλη δύο φορές την ημέρα σε δύο διαφορετικές δοσολογίες επί μία εβδομάδα πριν τη μόλυνσή τους με κορωνοϊό, καθώς και τέσσερις ημέρες μετά από τη μόλυνση. Διαπιστώθηκε ότι, τόσο στην κατώτερη όσο και στην ανώτερη δόση της, η κανναβιδιόλη μείωσε σημαντικά το ιικό φορτίο, χωρίς κανένα ζώο να εμφανίσει απώλεια βάρους ή ενδείξεις νόσου. Η κανναβιδιόλη δεν εμποδίζει την είσοδο του ιού στα κύτταρα, αλλά είναι αποτελεσματική στο να φρενάρει τον πολλαπλασιασμό του στο αρχικό στάδιο της λοίμωξης.
Η Ρόσνερ δήλωσε πως «η κανναβιδιόλη έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, έτσι σκεφτήκαμε ότι ίσως μπορεί να σταματήσει τη δεύτερη φάση της λοίμωξης Covid-19 που εμπλέκει το ανοσοποιητικό σύστημα, τη λεγόμενη καταιγίδα κυτταροκινών. Απρόσμενα, όμως, είδαμε ότι μπορεί άμεσα να αναστείλει την αναπαραγωγή του κορωνοϊού μέσα στα κύτταρα των πνευμόνων. Θέλαμε απλώς να ξέρουμε αν η κανναβιδιόλη θα επηρέαζε το ανοσοποιητικό σύστημα. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι αυτή η ουσία θα μπλόκαρε την ίδια την αναπαραγωγή του ιού, αλλά ακριβώς αυτό έκανε».
Έτσι, οι ερευνητές συμπέραναν ότι «αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν την προκλινική αποτελεσματικότητα της κανναβιδιόλης ως αντιικού φαρμάκου κατά του κορωνοϊού SARS-CoV-2 στη διάρκεια των αρχικών σταδίων της μόλυνσης». Όπως ανέφερε η Ρόσνερ, «είναι -πλέον- αναγκαία μία κλινική δοκιμή για να προσδιορίσει κατά πόσο η κανναβιδιόλη είναι πράγματι αποτελεσματική στην πρόληψη ή στην καταστολή της λοίμωξης με SARS-CoV-2, όμως θεωρούμε ότι έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί ως προφυλακτική θεραπεία».
Η κανναβιδιόλη (CBD), σύμφωνα με την ελληνική Wikipedia, είναι οργανική ένωση και ένα από τα τουλάχιστον 85 κανναβινοειδή που υπάρχουν στην κάνναβη. Πρόκειται για σημαντικό φυτοκανναβινοειδές, που αντιστοιχεί στο 40% του εκχυλίσματος του φυτού της κάνναβης και χρησιμοποιείται σε ένα ευρύ φάσμα ιατρικών εφαρμογών. Λόγω των ιατρικών λειτουργιών της, η χρήση της κανναβιδιόλης σε καταναλωτικά προϊόντα έχει νομιμοποιηθεί από το 2017 και στην Ελλάδα. Παρά την παρουσία της στο φυτό της κάνναβης, η κανναβιδιόλη δεν αποτελεί ναρκωτική ουσία και δεν προκαλεί εξάρτηση.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τους Αμερικανούς ερευνητές, ενώ η κανναβιδιόλη φαίνεται πολύ ασφαλής όταν καταναλώνεται σε τροφή ή ποτό, άλλες μέθοδοι χρήσης της, όπως το άτμισμα, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις, όπως πιθανή βλάβη στους πνεύμονες και στην καρδιά. Επίσης, δεν έχει μελετηθεί επαρκώς ακόμη στις εγκύους, συνεπώς η χρήση της πρέπει να γίνεται μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση και με επιφύλαξη.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση: