Tο λόγια του συγκλονίζουν, αποτυπώνοντας με ακρίβεια το σκηνικό του θανάτου και της απόλυτης καταστροφής στο Μάτι της Αττικής. Η περιγραφή του ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης αντοχής.
Ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στο Μάτι, τις κρίσιμες ώρες της τραγωδίας. Τα όσα αντίκρισε εκεί ο Αγγελος Τζωρτζίνης, φωτογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου (AFP), δεν συγκρίνονταν με τίποτα από όσα είχε ζήσει στην καριέρα του έως εκείνη τη στιγμή.
Ο φωτογράφος, σημειώνει ότι είναι εξοικειωμένος με τον θάνατο και την οδύνη, καθώς έχει καλύψει πολέμους και τη μεταναστευτική κρίση. «Ομως, η φονική πυρκαγιά έγινε η πιο τραυματική αποστολή της καριέρας μου», προσθέτει.
Ο Τζωρτζίνης ήταν αρχικά στην Κινέτα, εκείνη την τραγική ημέρα και όταν έμαθε ότι ξέσπασε πυρκαγιά και στο Μάτι, πήγε εκεί. «Εφτασα νωρίς το βράδυ. Ηταν το απόλυτο χάος. Σαν να είχε πέσει κομήτης. Υπήρχαν εστίες φωτιάς, αλλά κατά κύριο λόγο υπήρχε σκοτάδι, καθώς είχε κοπεί το ρεύμα», περιγράφει.
«Τότε είδα τα απανθρακωμένα σώματα»
«Είδα έναν εικονολήπτη. Εκμεταλλεύτηκα το φως από την κάμερά του για να τραβήξω μερικές φωτογραφίες, πολύ γρήγορα. Στην αρχή, δεν είχα συνειδητοποιήσει πλήρως τι είχα φωτογραφήσει. Τότε, είδα τα απανθρακωμένα σώματα κάτω από ένα αυτοκίνητο. Δύο, μπλεγμένα.
Η αστυνομία είπε αργότερα ότι υπήρχε και ένα παιδί εκεί. Δεν το είδα. Από ένα άλλο ανθρώπινο σώμα είχαν απομείνει μόνο οστά και λίγη σάρκα. Η μυρωδιά της καμένης σάρκας ήταν αφόρητη. Υπήρχαν κι άλλοι απανθρακωμένοι άνθρωποι στα αυτοκίνητα, αλλά το συνειδητοποίησα αργότερα, όταν έστελνα τις φωτογραφίες», συνεχίζει.
«Η φωτιά ήταν τόσο δυνατή, έλιωνε τα πάντα στο πέρασμά της. Λιωμένο μέταλλο από τα αυτοκίνητα έρεε στους δρόμους. Οι σόλες των παπουτσιών μου έλιωναν επίσης. Άκουγα δυνατούς κρότους, από τις εκρήξεις των μπαταριών αυτοκινήτων. Πυλώνες της ΔΕΗ είχαν πέσει. Έπρεπε να συρθώ κάτω από έναν για να φτάσω σε ένα μικρό λιμανάκι που είχαν βρει καταφύγιο κάποιοι άνθρωποι, ακούγοντας τα κλάματά τους. Είχα μόνο τον φακό του τηλεφώνου μου για να βλέπω. Ήταν σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας», περιγράφει ακόμη ο φωτογράφος.
Όταν έφτασε στην ακτή, συνεχίζει, δεν είδε κανένα σκάφος της ακτοφυλακής και φωτογράφισε μικρά ψαράδικα που διέσωζαν τους ανθρώπους. «Ήταν σοκαριστικό. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι είχα σταματήσει να βγάζω φωτογραφίες και απλώς παρακολουθούσα τη σκηνή να εκτυλίσσεται.
«Το χειρότερο πράγμα που έχω δει ποτέ στη δουλειά μου»
Ήμουν μόνος, υπό πίεση και απόλυτα μπερδεμένος με τα όσα γίνονταν», περιγράφει και προσθέτει ότι δούλευε σαν ρομπότ, χωρίς να σκέφτεται.
«Αυτή η φωτιά είναι το χειρότερο πράγμα που έχω δει ποτέ στη δουλειά μου. Ποτέ δεν έχω δει τέτοια καταστροφή. Εχω πάει σε εμπόλεμες ζώνες, έχω δει ανθρώπους να σκοτώνονται σε βομβαρδισμούς.
Εχω δει τρομερά πράγματα καλύπτοντας την μεταναστευτική κρίση. Αλλά να δω ένα ολόκληρο οικισμό να εξαφανίζεται, τον 21ο αιώνα, στην ίδια τη χώρα μου, αυτό το κάνει ακόμη πιο οδυνηρό. Οι λέξεις δεν αρκούν για να περιγράψω τι είδα», γράφει ακόμη ο Τζωρτζίνης.
Ο ίδιος άρχισε να συνειδητοποιεί τι είχε συμβεί την τρίτη ημέρα μετά την τραγωδία, ενώ κάνει αναφορά και στο ερώτημα για το τι φωτογραφίες μπορεί να βγάζει κανείς από μια καταστροφή αυτού του μεγέθους.
«Είναι μέρος της δουλειάς μου να φωτογραφίζω νεκρούς. Αλλά προσπαθώ να το κάνω με σεβασμό», αναφέρει. «Είναι μία λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην ηθική, τον σεβασμό στους νεκρούς και την ενημέρωση της κοινής γνώμης. Είναι σημαντικό να έχει μια ιδέα ο κόσμος για το τι συνέβη», εξηγεί.