“Οι εταιρείες πρέπει να καταλάβουν ότι στον βαθμό που έχει χρησιμοποιηθεί ευρωπαϊκό χρήμα για την έρευνα παραγωγής των εμβολίων πρέπει να τιμήσουν τα συμβόλαια τα οποία έχουν υπογράψει με την Ευρωπαϊκή Ένωση», τόνισε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την τοποθέτησή του στη συνεδρίαση του υπουργικού Συμβουλίου.
Αναφερόμενος στις επιδημιολογικές εξελίξεις στη χώρα μας, ανέφερε ότι η απάντηση της κυβέρνησης σε ενδεχόμενο επιδείνωσης της κατάστασης «θα είναι πάντα δυναμική».
«Μένουμε σε διαρκή επιφυλακή ώστε να παρεμβαίνουμε όταν αυτό χρειάζεται”, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι “δεν είναι πολιτική “βλέποντας και κάνοντας”, αλλά ακριβώς το αντίθετο: βλέπουμε ώστε να ξέρουμε ακριβώς τι κάνουμε».
Μητσοτάκης: Ανοίγουμε δραστηριότητες όταν τα κρούσματα υποχωρούν…
«Ανοίγουμε δραστηριότητες όταν τα κρούσματα υποχωρούν, τις περιορίζουμε όταν αυτά αναζωπυρώνονται. Κρατάμε τις απαραίτητες ισορροπίες ανάμεσα στις ανάγκες της δημόσιας υγείας και της εθνικής οικονομίας, αποφασίζοντας κάθε εβδομάδα ανάλογα με τα δεδομένα», συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.
Όσον αφορά τα εμβόλια επισήμανε ότι η Ελλάδα “αξιοποιεί στο έπακρο τις δόσεις που λαμβάνει, δίχως σπατάλες, και προχωρά την εκστρατεία εμβολιασμού με βάση τη στρατηγική που έχει καταστρώσει”.
Όπως είπε, έως σήμερα έχουν γίνει περισσότεροι από 221.000 εμβολιασμοί.
«Ολοκληρώνεται η πρώτη δόση στους υγειονομικούς, στα κέντρα ηλικιωμένων, στους άνω των 85 ετών, αρχίζει ο κύκλος της δεύτερης δόσης, τώρα εμβολιάζονται οι συμπολίτες μας στην ηλικιακή κατηγορία από 80 έως 84 ετών, εμβολιάζονται όμως και οριζόντια οι κάτοικοι των μικρών νησιών”, σημείωσε, ενώ επανέλαβε ότι όσα εμβόλια έρχονται στην πατρίδα μας, τόσα θα γίνονται . Όπως τόνισε εξάλλου, η Ελλάδα και ο Καναδάς είναι από τις χώρες που έχουν σήμερα να επιδείξουν μία πολύ θετική στατιστική και αυτή δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι έχουμε ελάχιστες συνολικές απώλειες εμβολίων», τόνισε.
Ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε επίσης ικανοποίηση “διότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισάκουσε τις παροτρύνσεις πολλών αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων και διαπραγματεύεται πια πιο σκληρά, πιο αποφασιστικά, πιο αυστηρά, με τις μεγάλες εταιρείες παραγωγής εμβολίων”, ενώ πρόσθεσε ότι η ΕΕ είναι «πολύ μεγάλη δύναμη για να μην μπορεί να ασκεί την απαραίτητη επιρροή ή και πίεση στις μεγάλες εταιρείες για να είναι συνεπείς με το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων στο οποίο είχαν δεσμευτεί».