Με κάθε ιεροπρέπεια και σύμφωνα με την από αιώνων διαμορφωμένη παράδοση εορτάσθηκε στην Ιερά Καθέδρα της Πρωτοθρόνου Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως η Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Της Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, συμπαραστατούμενος από τους μητροπολίτες Φιλαδελφείας Μελίτονα, Σεβαστείας Δημήτριο, Μύρων Χρυσόστομο, Ικονίου Θεόληπτο, Καλλιουπόλεως και Μαδύτου Στέφανο, Προύσης Ελπιδοφόρο, Κεφαλληνίας Δημήτριο και Σμύρνης Βαρθολομαίο.
Τον πανηγυρικό λόγο της ημέρας εκφώνησε ο επίσκοπος Αλικαρνασσού Αδριανός.
«Συνήχθημεν σήμερον επί το αυτό, διά να τιμήσωμεν, εν παμφώτω Ευχαριστιακή συνάξει, την ήδη επί χίλια εκατόν εβδομήκοντα και πέντε (1175) συναπτά έτη εορταζομένην παρ΄ ημίν ιεράν πανήγυριν, την ευφρόσυνον επέτειον της αναστηλώσεως των αγίων και σεπτών εικόνων, και διά να ανανεώσωμεν την δέσμευσιν ημών όπως διατηρήσωμεν αλώβητον την πίστιν, την πίστιν των Αποστόλων, την πίστιν των Πατέρων, την πίστιν των Ορθοδόξων, την στηρίξασαν και στηρίζουσαν την Οικουμένην», είπε ο Επίσκοπος Αλικαρνασσού και συνέχισε:
«Η τιμητική προσκύνησις των εικόνων και η κεντρική θέσις αυτών εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν δεν είναι απλώς μία παράδοσις της χριστιανικής Ανατολής και μία διάστασις της λαϊκής ευσεβείας, χωρίς θεολογικήν ουσίαν. Ανήκει εις τον πυρήνα της πίστεως και της ταυτότητος των Ορθοδόξων. Εις την Ορθόδοξον εικόνα, την οποίαν ασπαζόμεθα “στόμασι, και καρδία και θελήματι”, κατά τον υμνωδόν, (Κανών Κυριακής της Ορθοδοξίας, ωδή η΄), συμπυκνούται και αποκαλύπτεται η τρίσημος ενότης της εν Χριστώ ζωής, ήτοι της Ορθοδοξίας της πίστεως, της ορθής λατρείας και δοξολογίας του Θεού, και της Χριστοπρεπούς βιοτής και αναστροφής εν τω κόσμω. Εν τη εννοία αυτή, ορθώς ελέχθη, ότι εις την απόρριψιν της τιμής των εικόνων συνοψίζονται όλαι αι αιρέσεις, αι οποίαι εταλάνισαν την Εκκλησίαν, και ότι ο αγών κατά της Εικονομαχίας ήτο αγών υπέρ της Ορθοδοξίας της πίστεως. Διά τον λόγον αυτόν, η αναστήλωσις των Ιερών εικόνων το έτος 843, εορτάζεται ως νίκη της Ορθοδοξίας, ως κατάργησις των νόθων και πεπλασμένων δογμάτων. Το θεολογικόν υπόβαθρον των εικόνων είναι η, εν τω “αεί μένοντι μυστηρίω” της Θείας Ενανθρωπήσεως αποκαλυφθείσα προαιώνιος Βουλή του Τριαδικού Θεού περί της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους και της κτίσεως όλης, διά της σαρκώσεως του Θείου Λόγου. Όλαι αι εικόνες μαρτυρούν ότι ο Χριστός είναι ο ελθών εις το σώσαι τον άνθρωπον και ο ερχόμενος εν δόξη, διά να ολοκληρωθή το σχέδιον της θείας Οικονομίας».
Ο Επίσκοπος Αλικαρνασσού, σε άλλο σημείο της ομιλίας του, επισήμανε, ότι μια από τις μεγαλειώδεις και πλέον συγκλονιστικές στιγμές της ιστορίας του Γένους, «είναι η εικών των δεδιωγμένων εκ των πατρογονικών εστιών ένεκεν της πίστεως αυτών, Ορθοδόξων Χριστιανών, βασταζόντων τας ιεράς εικόνας ως το πολυτιμότατον κειμήλιον και τον τιμαλφέστατον θησαυρόν, διά να τας διασώσουν, να τας προσκυνούν και να αντλούν ευλογίαν και δύναμιν εν τη ξένη, μιμνησκόμενοι της γλυκυτάτης πατρίδος, της αγιοτόκου γης των Πατέρων. Όντως, Ορθοδοξία είναι να ανακαλύπτωμεν και να βλέπωμεν όλην την αλήθειαν της πίστεώς μας εις μίαν εικόνα του Χριστού, εις την εικόνα της Παναγίας Παμμακαρίστου ή της Παναγίας Φανερωμένης, εις μίαν εκ των αναριθμήτων εικόνων των Αγίων μας. Η καθ΄ ημάς Ανατολή, και δη η Πόλις των Πόλεων, είναι ο ευλογημένος τόπος, όπου διετυπώθη με δογματικούς όρους, υπό Οικουμενικών Συνόδων, η αλήθεια της Ορθοδόξου πίστεως, η αλήθεια της εικόνος, η αλήθεια την οποίαν τιμώμεν σήμερον εν τω Πανσέπτω Πατριαρχικώ Ναώ, εν ατμοσφαίρα εκπάγλου λαμπρότητος και ουρανοειδούς φωτοχυσίας. Αυτήν την σωστικήν αλήθειαν ενσαρκώνει, εκπροσωπεί και εκφράζει η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, πηδαλιουχουμένη Χριστοπρεπώς υπό της Υμετέρας Θεοτιμήτου και Θεοφρουρήτου Σεπτής Κορυφής, διακονούσα την ευστάθειαν της Ορθοδοξίας, τους διαχριστιανικούς διαλόγους, την διαθρησκειακήν προσέγγισιν, την δικαιοσύνην και την ειρήνην, τα θύματα της πολυκεφάλου βίας, τους κοπιώντας και πεφορτισμένους, αγαπώσα τον Κύριον εν τω ανθρώπω και τον άνθρωπον εν τω Κυρίω, ορθοδοξούσα και ορθοπραγούσα, διά του “αγαπήσαντος ημάς” (Ρωμ. η΄37), “ορθοδοξίας φέγγει ελλαμπομένη”, φωτοδόχος και φωτοδότις, “Εκκλησία των του Χριστού πενήτων” και πνευματική φωτοδότειρα της Οικουμένης».
Εκκλησιάστηκαν οι μητροπολίτες Γέρων Νικαίας Κωνσταντίνος και Κυδωνιών Αθηναγόρας καθώς και ο αρχιεπίσκοπος Ανθηδώνος Νεκτάριος, επίτροπος του Παναγίου Τάφου στην Πόλη. Επίσης, ο πρέσβης της Ελλάδος στην Άγκυρα, Πέτρος Μαυροειδής, ως εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης, ο πρέσβης Ευάγγελος Σέκερης, γενικός πρόξενος της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη, ο πρόξενος της Ουκρανίας στην Κωνσταντινούπολη, Maksym Vdovychenko, άρχοντες οφφικιάλιοι του Οικουμενικού Θρόνου, καθηγητές και μαθητές από τα ομογενειακά σχολεία της Κωνσταντινούπολη, και πλήθος προσκυνητών.
Μετά την απόλυση, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, με τους αρχιερείς που συλλειτούργησαν μαζί του, ανέγνωσαν το καθιερωμένο Τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όλων «των υπέρ της Ορθοδόξου ημών πίστεως αγωνισαμένων και τελειωθέντων εν αυτή».
Ακολούθησε η λιτανευτική πομπή των Ιερών Εικόνων κατά την οποία ο Οικουμενικός Πατριάρχης ευλόγησε τον πιστό λαό από τον εξώστη του Πατριαρχικού Οίκου.