Εάν κάποιος πολίτης είχε τοποθετήσει το 2015 ένα ποσό των 15.000 ευρώ σε απλή κατάθεση, τότε, σήμερα, στην πραγματικότητα έχει χάσει περίπου 2.500 ευρώ.
Ο υπολογισμός είναι απλός. Αν και φαινομενικά η κατάθεση θα είχε φτάσει στις 15.054 ευρώ, η αξία των χρημάτων, λόγω πληθωρισμού, θα έπρεπε να είχε ανέλθει σε 17.535 ευρώ. Οι απλές καταθέσεις αυτή τη στιγμή έχουν επιτόκιο 0,04%, άρα, στην ουσία μηδενικό.
Η κυβέρνηση, επανειλημμένα, έχει υποδείξει στα πιστωτικά ιδρύματα πως θα πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων και να μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού. Αλλωστε στην Ελλάδα υπάρχει ένα από τα μεγαλύτερα spread στη σύγκριση των δύο αυτών επιτοκίων σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
ΕΩΣ σήμερα οι τράπεζες συνεχίζουν την ίδια πολιτική επιτοκίων που έχουν χαράξει εδώ και πολλά χρόνια, αν και οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Τα πιστωτικά ιδρύματα στηρίχθηκαν με δισεκατομμύρια μέσω των ανακεφαλαιοποιήσεων. Από το 2019 έως σήμερα οι καταθέσεις των νοικοκυριών έχουν αυξηθεί κατά 36 δισ. ευρώ, ενώ οι συστημικές τράπεζες παρουσιάζουν σημαντικά κέρδη.
ΕΧΕΙ έρθει η ώρα να υπάρξει στροφή στην πολιτική των επιτοκίων. Δεν έχει νόημα οι αποταμιευτές να τοποθετούν τα χρήματά τους στις τράπεζες και να χάνουν αντί να κερδίζουν. Η κυβέρνηση οφείλει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να υπάρξει συμμόρφωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και να λειτουργούν σύμφωνα με τους κανόνες της ελεύθερης οικονομίας.