Η έλευση του υποβρυχίου έφερε πολύ σημαντικές αλλαγές στον ναυτικό πόλεμο, και αυτό έγινε γρήγορα αντιληπτό από την Ελλάδα, η οποία έσπευσε, από τα τέλη του 19ου αιώνα ακόμα, να εξετάσει τις δυνατότητές του (με το Nordenfelt-1) και να χρησιμοποιήσει το νέο όπλο στον πόλεμο, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Ακολούθησε η δράση των θρυλικών υποβρυχίων του ελληνικού ναυτικού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Παπανικολής, Κατσώνης, Γλαύκος κ.α.), φτάνοντας στο σήμερα και στα προηγμένα υποβρύχια Type 214 του ΠΝ, τα οποία θεωρούνται «αιχμή του δόρατος» απέναντι σε οποιονδήποτε πιθανό αντίπαλο.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, ένα υποβρύχιο πρέπει…να μη γίνεται εύκολα αντιληπτό, και ως εκ τούτου το μεγάλο μέγεθος δεν θεωρείται πλεονέκτημα (εκτός και αν μιλάμε για υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων, αλλά αυτή είναι εντελώς άλλη συζήτηση). Στην περίπτωση των υποβρυχίων που υπηρετούν σήμερα στο ΠΝ, οι διαστάσεις τους δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες (αν και δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τις δυνατότητές τους).
Το μεγαλύτερο υποβρύχιο που είχε το Πολεμικό Ναυτικό

Υποβρύχιο «Κατσώνης» (S-115), τύπου TENCH μετασκευασμένο σε GUPPY III. Ήταν στο ελληνικό ναυτικό από το 1973 ως το 1993. Το πλήρωμά του ήταν 82 άτομα και οι διαστάσεις του ήταν 99/8,3/5,2 μέτρα, το εκτόπισμά του 1.840/2.540 τόνοι, καθιστώντας το το μεγαλύτερο υποβρύχιο που είχε ποτέ το ελληνικό πολεμικό ναυτικό.