Κρέας και ψάρι πετιούνται περισσότερο ως αποφάγια ενώ οι νέοι πετούν περισσότερο τρόφιμα σε σχέση με τους μεγαλύτερους.
Φρούτα, γαλακτοκομικά και λαχανικά καταλήγουν ευκολότερα στα σκουπίδια των ελληνικών νοικοκυριών, σύμφωνα με έρευνα για τη διερεύνηση της σπατάλης τροφίμων στη χώρα μας που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής, στο Τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ, από τη Βασιλική Αϊτσίδου, με επιβλέπουσα την Καθηγήτρια Όλγα Ιακωβίδου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα τρόφιμα που καταλήγουν στους οικιακούς κάδους απορριμμάτων είναι, κυρίως, εκείνα που καταναλώνονται καθημερινά. Τα φρούτα (48,9%) και τα λαχανικά (38,7%) καταλήγουν στα σκουπίδια γιατί «σαπίζουν» στα ράφια της κουζίνας και του ψυγείου, πριν ακόμη καταναλωθούν. Το γάλα-γιαούρτι (40,9%), καθώς επέρχεται η αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης τους και το ψωμί (35%) απορρίπτονται σε υψηλά ποσοστά ενώ το κρέας (35%) και τα ψάρια (31,8%), καταλήγουν και αυτά στους οικιακούς κάδους απορριμμάτων -αφού πρώτα έχουν μαγειρευτεί- ως αποφάγια.
«Πρωταθλητές» οι νέοι στο «πέταγμα» τροφίμων
Η παραγωγή οικιακών απορριμμάτων τροφίμων παρατηρείται, κυρίως, σε νεαρές ηλικίες. Το 20% περίπου των ατόμων ηλικίας 18-25 ετών πετούν τρόφιμα επειδή χαλούν πριν ακόμη τα καταναλώσουν και οι 26-35 ετών τα πετούν ως αποφάγια. Αντίθετα, το 70% των ηλικιωμένων (65+ άνω ετών) δεν πετά τρόφιμα ποτέ.
Στην έρευνα διαπιστώθηκαν οι λανθασμένες ή ελλιπείς αντιλήψεις και γνώσεις για αρκετά οικολογικά ζητήματα περί σπατάλης τροφίμων. Το 72% των ερωτηθέντων αδυνατεί να συνδέσει το φαινόμενο του θερμοκηπίου με τα οικιακά απορρίμματα τροφίμων, καθώς δεν γνωρίζει πως τα απορρίμματα καταλήγουν σε χωματερές όπου καίγονται και εκλύονται αέρια που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα και επιβαρύνουν την κλιματική αλλαγή. Επίσης, το 62% όχι μόνο δεν αντιλαμβάνεται τη σύνδεση μεταξύ κλιματικής αλλαγής και γεωργοκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων αλλά θεωρεί πως πρόκειται για την «αλλαγή του κλίματος λόγω εποχής».
Κλίση στις «προσφορές»
Το 72% αγοράζει παραπάνω ποσότητες από τις αναγκαίες επηρεαζόμενο από τις προσφορές και τα διαθέσιμα χρήματα κατά τη διάρκεια των αγορών. Ακόμη και το 55% που οργανώνει σε λίστα τις αγορές τροφίμων συνήθως παρεκκλίνει από αυτή για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Μετά τις αγορές, μόνο το 40% τακτοποιεί τα τρόφιμα στα ράφια του νοικοκυριού βάσει παλαιότητας (first-in-first-out) προδιαθέτοντας έτσι την αύξηση των οικιακών απορριμμάτων των τροφίμων. Ωστόσο, ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι το 87% προσπαθεί να μην πετάει τρόφιμα στα σκουπίδια, γνωρίζοντας (73%) ότι ετησίως το 1/3 της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων καταλήγει στα σκουπίδια και κατανοώντας (85%) ότι πρόκειται για μία ποσότητα που δύναται να θρέψει τον παγκόσμιο πληθυσμό που υποσιτίζεται.
Η καταγωγή (80%) και η διαβίωση (70%) των ερωτηθέντων κατά το παρελθόν σε αγροτική περιοχή συμβάλλει στη μείωση/πρόληψη των οικιακών απορριμμάτων των τροφίμων. Η παρασκευή και η άμεση κατανάλωση παραδοσιακών φαγητών (64%) και η κατάληξη αποφαγιών σε ζώα (57%) είναι ορισμένες συνήθειες που έχουν «μεταφέρει» οι ερωτώμενοι από τα αγροτικά νοικοκυριά όπου μεγάλωσαν στα αστικά νοικοκυριά όπου διαβιούν σήμερα. Η σύνδεσή τους με τον αγροτικό χώρο προσδίδει συναισθηματική αξία στα τρόφιμα, μέσω της οποίας νοσταλγούν το «αγροτικό ιδεώδες» και διατηρούν ένα είδος περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης.
Η ανάγκη καταπολέμησης της σπατάλης τροφίμων βρίσκει το 94% των ερωτηθέντων να ενδιαφέρεται για τη μείωση/πρόληψη των οικιακών απορριμμάτων τροφίμων. Είναι διατεθειμένοι να υιοθετήσουν και να χρησιμοποιήσουν ορθά μια λίστα αγοράς τροφίμων (62%), να συμμετάσχουν σε ενημερωτικές εκστρατείες (49%) ενάντια στη σπατάλη τροφίμων ή/και να παρακολουθήσουν σχετικά ενημερωτικά βίντεο στο διαδίκτυο (31%).
Ταυτότητα Έρευνας
Περιοχή έρευνας αποτέλεσε ο Δήμος Εορδαίας. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ένα δείγμα 279 ερωτηματολογίων από 25/12/2016 έως 30/6/2017 και ολοκληρώθηκε στις 28/5/2020. Ο τίτλος της διδακτορικής διατριβής είναι «Οικιακά Απορρίμματα Τροφίμων: Κοινωνικό-οικολογικές διαστάσεις μεταξύ αγροτικών και αστικών νοικοκυριών του Δήμου Εορδαίας».