Το αντιαρματικό σύστημα του Στρατού Ξηράς,
συνεχίζει να είναι ένα από τα καλύτερα της κατηγορίας του παγκοσμίως.
Ο αντιαρματικός πύραυλος BGM-71 TOW σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’60 κι εισήλθε στην υπηρεσία του Στρατού των ΗΠΑ το 1970. Η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ήταν το 1972 στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Το TOW προκύπτει από την φράση «Tube-launched, Optically tracked, Wire-guided» που αποδίδεται στα ελληνικά ως «εκτόξευση από σωλήνα, οπτική παρακολούθηση, ενσύρματη καθοδήγηση».
Στον Ελληνικό Στρατό υπηρετεί από τη δεκαετία του ’80, έχοντας στη διάθεσή του σχεδόν 400 τέτοια αντιαρματικά συστήματα. Πρόκειται για μία από τις πιο θανάσιμες απειλές των αρμάτων μάχης. Και ο αμερικανικός στρατός το ξέρει αυτό καλά. Γι’ αυτό και, σύμφωνα με το The National Interest αποφάσισε να το κρατήσει σε υπηρεσία τουλάχιστον ως το 2030.
Το TOW υπηρετεί σε πάνω από 20 Στρατούς παγκοσμίως και αποτελεί ένα από τα πιο κοινά συστήματα των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ.
Παρά το γεγονός ότι το όπλο βρίσκεται σε υπηρεσία πάνω από 50 χρόνια, κάτι που το καθιστά ακόμη και «αρχαίο» σύμφωνα με ορισμένα στρατιωτικά πρότυπα υλικού, το TOW έχει περάσει από συναπτές βελτιώσεις από τότε που αναπτύχθηκε για πρώτη φορά από την εταιρεία Hughes Aircraft Company. Μεταξύ άλλων πλέον διαθέτει έναν επιμηκυμένο εκτοξευτήρα για ακριβέστερη δράση, μαζί με έναν βελτιωμένο κινητήρα καύσης, που του εξασφαλίζει καλύτερη πτήση. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, οι βελτιώσεις υλικού TOW 2 περιελάμβαναν ένα σύστημα καθοδήγησης θερμικού φάρου, ενώ η έκδοση 2Α έδωσε τη δυνατότητα να υπερκεράσει ακόμη και την ενεργή θωράκιση.
Το 2010 έγινε ακόμη μία αναβάθμιση στο σύστημα και πιο συγκεκριμένα στο W της ονομασίας του, το οποίο πλέον από wire-guided (ενσύρματη καθοδήγηση) έχει γίνει wireless, δηλαδή ασύρματη.
Με τις νέες βελτιώσεις το TOW παραμένει ακόμη και τώρα, 50 χρόνια μετά, ισχυρό φόβητρο για τις αντίπαλες δυνάμεις και θανάσιμη απειλή για τα άρματα μάχης στο πεδίο.
Του Χρήστου Μαζανίτη