“Ό,τι έκανα στην ζωή μου δεν το μετάνιωσα και τα λάθη μου μπορεί να έβλαψαν εμένα και να τα πλήρωσα ακριβά, αλλά δεν έβλαψα ποτέ κανένα, παρά μόνο τον εαυτό μου” είπε κάποτε ο ανεπανάληπτος Στράτος Διονυσίου, ο εραστής της ελληνικής μουσικής και του πάλκου, που 28 χρόνια πριν -στις 11 Μαΐου του 1990-ξαφνικά, τα πήρε όλα και έφυγε.
Άφησε , όμως, πίσω του νότες, τραγούδια και εκπληκτικές ερμηνείες που ακούγονται μέχρι σήμερα. Μαζί με αυτά, και ένα μεγάλο κενό στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι….
Έζησε σχεδόν μυθιστορηματικά. Πέρασε από την επιτυχία, την αναγνώριση, την καταξίωση και τα studio ηχογράφησης στις φυλακές…
Το φαινόμενο Διονυσίου αξίζει ιδιαίτερη προσοχή. Η φωνή του ήταν πραγματικά ανεπανάληπτη. Η μεγάλη της έκταση, η βραχνάδα, αλλά και η δυνατότητα αλλαγής έκφρασης και ύφους ανάλογα σύμφωνα με το θέμα του τραγουδιού, εντυπωσιάζουν. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ο Στράτος Διονυσίου είχε την ικανότητα να ηχογραφεί πολύ γρήγορα τα τραγούδια. Ξεκινούσε την ηχογράφηση το μεσημέρι και μέχρι το απόγευμα είχε τελειώσει όλον το δίσκο-μαζί με τα σιγόντα.
Ο Τάκης Σούκας, που έχει γράψει τραγούδια για πολλούς κορυφαίους τραγουδιστές, έχει πει «Ο Διονυσίου είναι ο μόνος τραγουδιστής που δεν έχασε ποτέ, ούτε για μια φορά στα τόσα χρόνια τον τόνο του!» Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, επίσης, έχει μιλήσει για τη στιβαρότητα της φωνής του.
Ανάμεσα στα καλύτερα τραγούδια του, είναι: «Και τι δεν κάνω», «Γιατί καλέ γειτόνισσα», «Του κόσμου το περίγελο», «Άστη να φύγει», «Εγώ καλά σου τα `λεγα», «Στο σταθμό του Μονάχου», «Θα ρίξω ροδοζάχαρη», «Ήταν ψεύτικα», «Μια γυναίκα», «Φέρτε το παιδί του χάρου»,«Αποκοιμήθηκα»,«Ο παλιατζής», «Μπαγλαμάδες και μπουζούκια», «Ένας αητός γκρεμίστηκε», «Αγάπη μου επικίνδυνη», «Αφιλότιμη»,«Βρέχει φωτιά στη στράτα μου».
Το “Τα πήρες όλα κι έφυγες” είναι ένα από τα πιο αγαπημένα τραγούδια που έχει ερμηνεύσει.
Η μουσική είναι του Θανάση Πολυκανδριώτη και οι στίχοι του Γιάννη Πάριου. Οι δύο δημιουργοί τότε συνδέθηκαν καλλιτεχνικά και φιλικά κάνοντας μεγάλες επιτυχίες.
Δε θέλω να γυρίσεις
και ας με καίει τόσο.
Παράτα με να ζήσεις,
δεν έχω να σου δώσω.
Τα πήρες όλα κι έφυγες
μα απ’ τον καημό δεν ξέφυγες,
σε πνίξανε οι πίκρες.
Τα πήρες όλα κι έφυγες
μα τίποτα δεν έδωσες
γιατί εσύ δεν είχες.
Δε θέλω να γυρίσεις,
αλήθεια σου μιλάω.
Τι χώρια, τι κοντά σου,
το ίδιο θα πονάω.
Τα πήρες όλα κι έφυγες
μα απ’ τον καημό δεν ξέφυγες,
σε πνίξανε οι πίκρες.
Τα πήρες όλα κι έφυγες
μα τίποτα δεν έδωσες
γιατί εσύ δεν είχες.
Ο συνθέτης και σολίστας του μπουζουκιού Θανάσης Πολυκανδριώτης περιγράφει τί είχε συμβεί τότε:
«Το καλοκαίρι του 1981 στο Βανκούβερ πέρασα τη μεγαλύτερη δοκιμασία μου. Φεύγουμε για περιοδεία στην Αμερική με τον Πάριο και τη Γαλάνη και παίζουμε στη Monica Civic Audi Topium, από εκεί στο Σαν Φρανσίσκο και δίνουμε την τελευταία συναυλία στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ. Ενώ όλοι γυρίζουν στην Ελλάδα εγώ παίρνω το αεροπλάνο και πάω στο Βανκούβερ., στη Σούσα Κατσούρη- αδελφή της γυναίκας μου, Μάγδας.
Τρεις ολόκληρους μήνες έμεινα εκεί και δεν θα ξεχάσω ποτέ όσο ζω αυτήν τη μεγάλη δοκιμασία που πέρασα. Εκεί η Σούλα μου είχε κλείσει ραντεβού με τον γιατρό, ειδικό στις παθήσεις αρθρώσεων. Ύστερα από μια εβδομάδα εξονυχιστικών εξετάσεων μου είπε ότι ήμουν κλινικά υγιής και πως αν ήθελα να ξαναπαίξω μπουζούκι χωρίς προβλήματα θα έπρεπε για τρεις μήνες να απέχω εντελώς από αυτό.
Μην έχοντας άλλη επιλογή, τηλεφώνησα στη Μάγδα και την παρακάλεσα να έρθει μαζίμε τις κόρες μου για να περάσουμε τις δύσκολες μέρες για να μην μπω στον πειρασμό να παίξω. Τότε πήρα την μεγάλη και οδυνηρή απόφαση να απομακρυνθώ από το στούντιο με τα ατελείωτα παιξίματα καθημερινά και να περιοριστώ στα δικά μου τραγούδια και σε κάποιες σημαντικές συνεργασίες.
Το διάστημα που έμεινα εκεί, το μπουζούκι ήταν στα πόδια του κρεβατιού μου, πολλές φορές ανοικτό στη θήκη του. Καμιά φορά το έπαιρνα στα χέρια μου πολύ χαλαρά και το χάιδευα με τα δάκτυλα όπως με την κλασική κιθάρα. Έτσι έγραψα δεκατρείς μελωδίες εκ των οποίων «Να σου θυμίσω», «Έλα μου» που τα είπε ο Βοσκόπουλος, «Ένα καημός», «Βάζω το κλειδί στην πόρτα» που τα είπε η Διαμαντή. Το κομμάτι «Τα πήρες όλα» το είπε ο Στράτος, σε στίχους του Γιάννη Πάριου, ο οποίος το έγραψε και μου το έδωσε σε ένα μπλοκάκι μέσα στο αεροπλάνο και σε πτήση της Ολυμπιακής κατά την περιοδεία μας».
H αλήθεια είναι ότι ο Στράτος Διονυσίου τα πήρε όλα κι έφυγε … Και δυστυχώς φωνές σαν και τη δική του δύσκολο να ξαναγεννηθούν…
Πηγή: Tα Νέα