Ο Πιτίνο πριν καν μπει στο αεροπλάνο για την Αθήνα προσφέρει στον Παναθηναϊκό δύο πράγματα που του έλειπαν από την πρώτη μέρα του Πεδουλάκη: Το πρώτο είναι η συσπείρωση και το δεύτερο (σημαντικότερο όλων…) η ασυλία. Για να κάτσεις στον πάγκο του Παναθηναϊκού δεν αρκεί να είσαι καλός προπονητής.
Για να μπορείς να σταθείς στο ΟΑΚΑ θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να διαθέτεις την προσωπικότητα εκείνη που πείθει τον μπασκετικό κόσμο του τριφυλλιού. Ο Πιτίνο αρέσει στους Παναθηναϊκούς. Αρέσει το στυλ, αρέσει η προσωπικότητα, αρέσει η σιγουριά που εμπνέει, αρέσει ότι θα καθίσει απέναντί στις κάμερες και θα πει δύο πράγματα που έχουν ενδιαφέρον για τον κόσμο.
Όταν ένας προπονητής του Παναθηναϊκού έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά, τότε μοιραία αποκτά την… πρώτη ασυλία. Και η ασυλία δίνει την ευκαιρία στον προπονητή να δουλέψει όσο γίνεται πιο ήρεμα, κερδίζοντας χρόνο και βάζοντας τα πράγματα που θέλει στην ομάδα. Δυο, άντε… δυόμιση προπονητές έχουν αισθανθεί την εμπιστοσύνη του Παναθηναϊκού τα τελευταία 20 χρόνια. Ο Ομπράντοβιτς που ήταν ο πρώτος διδάξας του μοντέλου αυτού, τώρα ο Πιτίνο και για ένα μικρό διάστημα ο Τσάβι Πασκουάλ. ‘Ολοι οι υπόλοιποι «τελείωσαν» νωρίς, γιατί απλούστατα έχασαν την «ασυλία» από νωρίς.
Όσον αφορά στην επιλογή, ο Πιτίνο ήταν μονόδρομος για τον Δ. Γιαννακόπουλο. Από τη στιγμή που αποφάσισε να διακόψει την συνεργασία με τον Πεδουλάκη, δεν είχε άλλη αξιόπιστη επιλογή που θα κερδίσει τον κόσμο. Δεν υπάρχει προπονητής στην αγορά με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, δεν υπάρχει άνθρωπος που θα κάνει τον κόσμο να πει «επιτέλους». Ο Πιτίνο ήταν ο μοναδικός και πολύ σωστά ο Γιαννακόπουλος έκανε την υπέρβαση για τον επαναφέρει στην Ελλάδα.
Ο Αμερικανός τεχνικός αναλαμβάνει τον Παναθηναϊκό σε πολύ καλύτερη βαθμολογική και αγωνιστική κατάσταση σε σχέση με πέρυσι. Οι δύο εκτός έδρας νίκες στο Κάουνας και στο Μόναχο επαναφέρουν τους «πράσινους» στο σωστό δρόμο. «Έσβησαν» τις ήττες από τη Βιλερμπάν και την Άλμπα, χάρισαν νέες ελπίδες για την 8άδα και παράλληλα δημιούργησαν ψυχολογική ανάταση. Το ρόστερ του φετινού Παναθηναϊκού είναι πολύ καλύτερο από το περσινό. Προφανώς κι έχει ελλείψεις (ψηλό και ίσως έναν ακόμη κοντό), αλλά σίγουρα η ποιότητα είναι υψηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Ο Βόβορας θα ‘χει να θυμάται το 2-0 στην Ευρωλίγκα, αλλά αυτό που πρόσφερε είναι μεγαλύτερο από το 2-0. Προφανώς και δεν άλλαξε τη φιλοσοφία του Πεδουλάκη. Το μπάσκετ που παίζει ο Παναθηναϊκός δεν έχει διαφορά σε σχέση με αυτό που έπαιζε όταν ήταν βοηθός, αλλά διόρθωσε δύο – τρία πράγματα που αποδείχτηκαν σημαντικά.
Ο Βόβορας εμπιστεύτηκε περισσότερους παίκτες απ΄ό,τι εμπιστευόταν ο «Αρτζι». Δεν ξέρω αν το έκανε με σκοπό να δώσει κίνητρο για αποδείξεις, αλλά σίγουρα έδωσε περισσότερες ευκαιρίες και βγήκε σίγουρα κερδισμένος. Ο Μπέντιλ έδειξε να αισθάνεται περισσότερο χρήσιμος από πριν, ο Ράις έδειξε να θέλει περισσότερο, ο Μήτογλου αξιοποιήθηκε καλύτερα, με αποτέλεσμα ο Παναθηναϊκός να έχει τουλάχιστον μια 10άδα παικτών διαθέσιμη. Γενικότερα, ο Παναθηναϊκός επί Βόβορα έμοιαζε με ομάδα που είχε αυτοπεποίθηση. Μια ομάδα που πίστευε στη νίκη, που απολάμβανε αυτό που κάνει, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στα κομμάτια της τακτικής. Ακόμη και ο τρόπος που ο Βόβορας χρησιμοποίησε τον Φριντέτ δεν έχει διαφορά με τον αντίστοιχο που τον χρησιμοποίησε ο Πεδουλάκης…
πηγη: Άρης Λαούδης