Συντετριμμένοι κατέθεσαν στη δίκη για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, οι γονείς των ανηλίκων δίδυμων κοριτσιών, της Σοφίας και της Βασιλικής, που κάηκαν μαζί με τους παππούδες τους στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τις φλόγες. Και οι τέσσερις βρέθηκαν σφιχταγκαλιασμένοι στο οικόπεδο Φράγκου.
Η μητέρα των δίδυμων κοριτσιών, κατέθεσε ότι τα παιδιά της ετοιμάζονταν να φύγουν μαζί με τα πεθερικά της στη Νέα Μάκρη. Τους σγκάλιασαν, τους χαιρέτησαν. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που τους είδαν.
«Κατά τις 7 παρά καλούσα την πεθερά μου και δεν απαντούσα. Εκεί άρχισα να ανησυχώ. Ήθελα να δω τι συνέβαινε. Μίλησα με την κουνιάδα μου η οποία είχε επικοινωνία με την μητέρα της. Της είπε οτι ήταν στη λεωφόρο Μαραθώνος, στη στάση Ραφήνας και ότι είχαν φωτιές. Τότε αρχίσαμε να ανησυχούμε πραγματικά. Ανοίξαμε ειδήσεις. Παίρναμε τηλέφωνο πεθερικά συνεχόμενα. Δεν πιάναμε γραμμή. Παίρναμε αστυνομία τους λέγαμε ότι τα παιδιά και τα πεθερικά μου πήγαιναν προς Νέα Μάκρη, μας είπαν ακόμα δεν είχαν εικόνα. Τότε ο σύζυγος μου πήρε μηχανάκι και μου είπε θα πάω προς τα εκεί να τους ψάξω» περιέγραψε η μάρτυρας.
Η προσπάθεια του συζύγου της απέβη άκαρπη. «Κάποια στιγμή με πήρε τηλέφωνο. Μου είπε είναι στο δρόμο, έχει φωτιές δεξιά αριστερά δεν μπορώ να προχωρήσω, είναι παντού σκοτάδι και φωτιά. Του λέω σε παρακαλώ γύρνα πίσω αν έχει γίνει κάτι κακό μη χάσω κι εσένα. Η αγωνία άρχισε να φουντώνει. Πηγαίναμε στα νοσοκομεια. Δεν βρήκαμε άκρη, γυρίσαμε σπίτι. Την επόμενη μέρα μας είπαν από την Πυροσβεστική να τους ψάξουμε στους πεθαμένους στο Γουδί. Πήγαμε, δώσαμε γενετικό υλικό και περιγράψαμε τι φορούσαν». ανέφερε η μάρτυρας.
«Είδαμε βίντεο με δύο κοριτσάκια που έμοιαζαν στα παιδιά μας»
Η μητέρα των δίδυμων κατέθεσε ότι αναπτερώθηκε το ηθικό τους όταν σε κάποιο βίντεο είδε δύο κοριτσάκια που έμοιαζαν πολύ στα παιδιά της να βγαίνουν από ένα αλιευτικό.
«Ήμασταν σχεδόν σίγουροι ότι ήταν αυτές. Φύγαμε και πήγαμε προς το κανάλι Αlpha, που είχαμε δει αυτό το βίντεο. Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να το δούμε και φύγαμε. Πήγαμε στο λιμενικό μήπως μάθουμε πληροφορίες. Μας είπαν πως υπήρχαν πολλά παιδάκια, αλλά δεν είχαν καταγράψει ονόματα. Εκεί αναπτερώθηκε το ηθικό μας, είπαμε θα τα βρούμε τα παιδιά μας, κάποιος θα τα έχει φροντίσει. Δώσαμε τηλέφωνο συζύγου. Ξεκίνησε άλλο μαρτύριο μας έπαιρναν τηλέφωνο και μας έλεγε τα παιδιά σας είναι εδώ, τρώνε παγωτό, άλλοι μας έλεγαν ήταν εδώ δίπλα μας και καίγονταν. Λέγαμε αποκλείεται, οι παππούδες θα έκαναν πάντα για να είναι σώα και αβλαβή» είπε η μάρτυρας.
Οι δραματικές στιγμές της ταυτοποίησης των σορών
Η τραγωδία συνεχίστηκε και αργότερα. Ακόμα και μετά την ταυτοποίηση των δίδυμων δεν τους έδιναν τα παιδιά να τα θάψουν, διότι επειδή ήταν απανθρακωμένα, ήταν δύσκολο να ταυτοποιήσουν ποια είναι ποια.
«Στις 27/7 ταυτοποιήθηκαν οι σοροί πεθερικών μου. Βρήκαν τα πεθερικά μου κάτω, τα παιδιά στη μέση και τον πεθερό μου από πάνω με ανοικτές αγκαλιές. Τους ήταν δύσκολο να ταυτοποιήσουν ποια είναι ποια. Επειδή ήταν δίδυμα και ίδια ηλικία δεν μπορούσαν να ταυτοποιηθούν με αποτέλεσμα να τους κηδεύσουμε 3 Αυγούστου 2018. Σκεφτήκαμε ότι τους είχαμε φτιάξει κάτι μασελάκια και μόνο έτσι μπορέσαμε να καταλάβουμε ποια είναι ποια, δεν μας τις δίνανε, ούτε για να τις θάψουμε» τόνισε η μάρτυρας.
«Τα παιδιά τα μετέφεραν νεκρά οι γονείς μου…»
Συγκλονιστική ήταν η κατάθεση του πατέρα των παιδιών Ιωάννη Φιλιπποπούλου, που κάηκαν μαζι με τους γονείς του.
«Όταν είδαμε το βίντεο, είπα θα μιλήσω στα κανάλια. Έδωσα τηλέφωνο, με παίρνανε τηλέφωνο, “έλα έχουμε τα παιδιά σου, τα σκοτώνουμε, τα βιάζουν..” έκαναν παιδικές φωνές και βάζανε τα γέλια. Στο οικόπεδο με τα 26 πτώματα ήταν το πρώτο αμάξι του πατέρα μου, αφού έκαναν έρευνες βρήκαν αυτή υπέροχη άμορφη μάζα, η μανούλα μου από κάτω, τα κορίτσια στη μέση και πατέρα μου από πάνω. Μου είπαν: “αν σε ανακουφίζει αυτό, τα κοριτσάκια λόγω της μικρης ηλικίας, τα πνευμονάκια τους δεν άντεξαν από τις αναθυμιάσεις και πέθαναν νωρίτερα. Που σημαίνει πως οι γονείς μου κουβαλούσαν δύο νεκρά κορίτσια. Δεν τα εγκατέλειψαν… Αγκάλιασαν τα κορίτσια, έριξαν ένα βλέμμα μεταξύ τους και τους κύκλωσε η φωτιά», είπε ο μάρτυρας, ο οποίος αναφέρθηκε και στην άρνηση των αρμοδίων να του δώσουν τα παιδιά του για να τα θάψει.
«…σφραγίσαν τα φέρετρα, ούτε πέντε κιλά δε ζύγισαν, μάτια δεν υπήρχαν, τα χεράκια τους είχαν σουρώσει…Ζήτησα να κατεβάσω εγώ φέρετρα, σαν τελευταίο αντίο, δεν μπορούσαν να κόψω λίγο μαλλάκι, να έχω να θυμάμαι…Ζήτησα αυτό», είπε ο κ. Φιλιππόπουλος και πρόσθεσε: «Χάρη στη σύζυγό μου και την αγάπη που μας ενώνει είμαι ακόμα ζωντανός. Μπορέσαμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας, μισοί πεθαμένοι, μισοί καμένοι, μισοί ζωντανοί».
«Μόνο το βραχιόλι έμεινε από τη μάνα μου…»
Καταρρακωμένη η αδελφή του κ. Φιλιππόπουλου, Ελένη, κατέθεσε στο δικαστήριο με λυγμούς. «Αυτό το βραχιόλι είναι το μοναδικό που έμεινε από τη μάνα μου. Οι σοροί τους βρέθηκαν 122 μέτρα από το αμάξι, που σημαίνει ότι τρέξανε να πάνε προς την πορτούλα προς τη θάλασσα…Ο πατέρας μου μέχρι εκείνη τη στιγμή, πήγε από πάνω τους για να τους προστατέψει», είπε κλαίγοντας η μάρτυρας και πρόσθεσε: «Κάποια στιγμή πήγα ξανά εκεί, σε αυτό το χωράφι δεν ήξερες τι πάταγες, αυτό το χωράφι στα δικά μου μάτια θα είναι πάντα ένα νεκροταφείο».