Ο Ολυμπιακός δεν έχει ανάγκη από προπονητή που θα τον οδηγήσει στο πρωτάθλημα, αλλά από προπονητή που θα υπηρετήσει ένα ολοκληρωμένο πλάνο. Αρκεί να βρεθεί το πλάνο. Γράφει ο Αλέξανδρος Σόμογλου.
Θα είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σας: Παρακολουθώντας τις τρεις τελευταίες εβδομάδες να έχει χαθεί εκ νέου ολοκληρωτικά η μπάλα στον ποδοσφαιρικό οργανισμό που λέγεται Ολυμπιακός, αναζητούσα τρόπους να σας εξηγήσω τι έβλεπα το καλοκαίρι και έκανα λόγο για την επιστροφή της λογικής στην Πλατεία Αλεξάνδρας και τις εγκαταστάσεις του Ρέντη…
Μέχρι που είδα την ημερομηνία του συγκεκριμένου κειμένου και θυμήθηκα το περιεχόμενό του. 23 Αυγούστου 2017. Η επόμενη μέρα του κόκκινου διπλού στη Ριέκα και η επισημοποίηση της επιστροφής των πρωταθλητών στους ομίλους του Champions League. Η μέρα που θαρρείς ότι κατέβηκε ξανά ο διακόπτης της λογικής στους «ερυθρόλευκους» και ο παραλογισμός έγινε εκ νέου κάτοικος Πειραιά. Με έναν προπονητή να τρελαίνεται και μια διοίκηση να ακολουθεί πιστά κάθε… παλαβή του εισήγηση (δανεισμός Σιώπη, μη αγορά έμπειρου κεντρικού αμυντικού)… λίγο πριν τον απολύσει!
Κάπως έτσι φτάσαμε στην επιστροφή του Τάκη Λεμονή στον πάγκο, τρεις μόλις μήνες αφότου κρίθηκε ανεπαρκής να διατηρήσει στα χέρια του τα ηνία της ομάδας και φυσικά ανεπαρκέστερος του Χάσι για να οδηγήσει τον Ολυμπιακό στα προκριματικά του Champions League. Παράλογο… που θα φώναζε και ο Λαζόπουλος ως συμπεθέρα στους Δέκα Μικρούς Μήτσους.
Ο Ολυμπιακός αδικεί πρώτος απ’ όλους τον Λεμονή
Θα επαναλάβω κάτι που είχα γράψει τέλη Μαρτίου, όταν ο Λεμονής εμφανιζόταν ως αουτσάιντερ να επιστρέψει στου Ρέντη σε μια άτυπη μονομαχία με τον Ρεμί Γκαρντ: «Ο Λεμονής είναι ο πιο αδικημένος και υποτιμημένος προπονητής στην ιστορία του Ολυμπιακού».
Το πρόβλημα, λοιπόν, για τους πρωταθλητές δεν είναι ότι επέστρεψε ξανά ο Λεμονής, αλλά πώς επέστρεψε πάλι ο Έλληνας τεχνικός. Είναι πραγματικά απορίας άξιο πως ο ίδιος ο οργανισμός «Ολυμπιακός» υποτιμά τόσο πολύ τη μετοχή ενός προπονητή που βάσει αποτελεσμάτων συγκαταλέγεται στους κορυφαίους στην ιστορία της ομάδας. Πως έχει αναγάγει έναν προπονητή με σημαντικές και ιστορικές επιτυχίες στο «ερυθρόλευκο» παλμαρέ του σε… πηγή έμπνευσης για ανέκδοτα στο διαδίκτυο.
Τον προπονητή ή τον εμπιστεύεσαι ή όχι. Δεν μπορείς να εμπιστεύεσαι άλλον προπονητή να σε οδηγήσει στο πρωτάθλημα, άλλον για να αποκλείσει την ΑΕΚ στους ημιτελικούς του κυπέλλου, άλλον να σε βάλει στους ομίλους του Champions League, άλλον να χτίσει μια ομάδα που θα προσφέρει θέαμα, άλλον μια συμπαγή ομάδα που θα δέχεται δύσκολα γκολ. Την τελευταία επταετία ο Ολυμπιακός έχει λύσει τη συνεργασία του με προπονητές για χίλιους δυο διαφορετικούς λόγους. Για άλλο λόγο έφυγε ο Ζαρντίμ, για άλλον ο Μίτσελ, για άλλον ο Μάρκο Σίλβα, για άλλον ο Μπέντο, για άλλον ο Λεμονής, για άλλον ο Χάσι…
Και παρά το γεγονός ότι η καρέκλα του προπονητή στον Ολυμπιακό έχει γίνει μια από τις πλέον… ηλεκτροφόρες στο διεθνές ποδόσφαιρο, κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει ποιος προπονητής θεωρείται ιδανικός για τους «ερυθρόλευκους».
Ο Ολυμπιακός μπερδεύει τους στόχους με το πλάνο
Διαφωνώ κάθετα με όσους υποστηρίζουν ότι μια ομάδα πρέπει να παραχωρεί εν λευκώ τα κλειδιά της σε έναν προπονητή! Η κάθε ομάδα πρέπει να διαθέτει ένα συγκεκριμένο πλάνο και πάνω σε αυτό να συνεργάζεται με προπονητές που μπορούν και αποδέχονται να το υπηρετήσουν. Ποιο είναι τα τελευταία χρόνια το πλάνο του Ολυμπιακού;
Να κερδίζει το πρωτάθλημα; Να μπαίνει στους ομίλους του Champions League; Αυτοί είναι στόχοι, δεν είναι πλάνο…
Ο Ολυμπιακός, πλέον, αξιολογεί τους προπονητές του σαν να είναι μαθητές… της Γ’ Δημοτικού: Αν πάνε καλά στο τρίμηνο, προχωράνε, αν όχι… γυρίζουν σπίτι με τον κηδεμόνα τους! Τα πάντα κρίνονται βραχυπρόθεσμα. Και η προοπτική, ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, τα θεμέλια που θα δώσουν το δικαίωμα στον Ολυμπιακό να πορεύεται με συγκεκριμένες ποδοσφαιρικές αρχές, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων;
Όχι, το πρόβλημα του Ολυμπιακού δεν είναι ότι έφυγε ο Χάσι και επέστρεψε ξανά ο Λεμονής.
Το πρόβλημα είναι ότι ο Λεμονής επέστρεψε και πάλι ως… αναγκαία και προσωρινή λύση για να κατακτήσει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα.
Το πρόβλημα είναι ότι ο Ολυμπιακός μπερδεύει τους στόχους με το πλάνο που κάποια στιγμή επιβάλλεται να υπάρξει στον ποδοσφαιρικό οργανισμό του.
Χωρίς φιλοσοφία, χωρίς πλάνο, καλύτερα να υπογράφεις… τρίμηνες συμβάσεις με προπονητές!
Τι θέλεις να κάνεις Ολυμπιακέ τα επόμενα χρόνια; Θέλω να αξιοποιώ κάθε χρόνο τη δουλειά που γίνεται στις ακαδημίες μου και να παράγω νέους Ρέτσους. Θέλω η ομάδα μου να έχει επιθετική φιλοσοφία γιατί αυτό ταιριάζει στο ιστορικό της dna και αυτό ζητούν οι φίλαθλοι της (ή αν προτιμάτε θέλω μια «σφιχτή» αμυντικά ομάδα, γιατί η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου διδάσκει ότι όλες μας οι επιτυχίες έχουν στηριχτεί στις αμυντικές αρετές των ομάδων που έφτασαν σε αυτές). Θέλω να δημιουργήσω έναν σταθερό κορμό που θα μου δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχω μεν κάθε καλοκαίρι στο διεθνές παζάρι, αλλά που δεν θα με αναγκάζει να ξεκινάω κάθε χρονιά με ολοκαίνουργιο ρόστερ. Θέλω η ομάδα μου να διαθέτει έντονο ελληνικό στοιχείο.
Όλα αυτά δεν είναι στόχοι, αλλά κομμάτι ενός ολοκληρωμένου πλάνου, μιας συγκεκριμένης φιλοσοφίας που πρέπει να διέπει – στα δικά μου μάτια τουλάχιστον – κάθε ελληνική ομάδα.
Η ίδια η ομάδα, λοιπόν, οριοθετεί το πλάνο της και βάσει των αναγκών που έχει θέσει προσπαθεί να βρει προπονητές που θα ταιριάζουν στα δικά της «θέλω». Και μετά δώσε στον εκλεκτό σου και ένα και δύο και τρία ζευγάρια κλειδιά!
Αν δεν το κάνει, τότε καλύτερα να αρχίσει να υπογράφει… τρίμηνες συμβάσεις με προπονητές. Να βρίσκει έναν για το καλοκαίρι που να ξέρει από προκριματικά, έναν το φθινόπωρο που να ξέρει από ομίλους, έναν το χειμώνα που να ξέρει από πρωταθλητισμό και έναν την άνοιξη που να είναι… μετρ στις κατακτήσεις κυπέλλων! Κι αυτός ο δρόμος μπορεί να οδηγήσει σε βαχυπρόθεσμες επιτυχίες. Μακροπρόθεσμα, όμως, μοιραία σε οδηγεί στον γκρεμό…
Υ.Γ. 1: Θα συμφωνήσω απόλυτα με τον Γιώργο Νοικοκύρη ότι θέλει μεγάλα… καρύδια να ξεκινήσεις τη νέα σου θητεία στον Ολυμπιακό, από ένα παιχνίδι όπως το αποψινό με τη Γιουβέντους, ενώ κάλλιστα μπορούσες να το αποφύγεις.
Υ.Γ. 2: Η απόσταση που χωρίζει την αποθέωση από την ισοπέδωση στην Ελλάδα είναι όση χωρίζει μια επέμβαση σε τετ α τετ από μία λάθος αντίδραση σε ένα σουτ. Ο Στέφανος Καπίνο, δεν άλλαξε από το καλοκαίρι. Τολμώ να πω ότι δεν έχει αλλάξει εδώ και έξι χρόνια. Ούτε προς το καλύτερο, ούτε προς το χειρότερο. Τόσο ως τερματοφύλακας, όσο και ως χαρακτήρας. Τα ίδια πλεονεκτήματα και τα ίδια μειονεκτήματα που είχε εντός κα εκτός γηπέδων στα 17 του, τα ίδια έχει και τώρα. Για την ξαφνική… θεοποίησή του, δεν ευθύνεται ο ίδιος. Για την απότομη προσγείωσή του, φέρει τεράστιο μερίδιο ευθύνης. Γιατί όλα αυτά τα χρόνια άρχισε να ασχολείται με χίλια – δυο πράγματα, εκτός από τη δουλειά του!
Η επανασύνδεσή του με τον ποδοσφαιρικό του μέντορα, τον Παναγιώτη Αγριογιάννη, ίσως αποτελεί την τελευταία σανίδα σωτηρίας του. Ας την αξιοποιήσει, ας δουλέψει επιτέλους σκληρά και ας αφήσει στην άκρη κάθε άλλη του ιδιότητα. Ανάμεσά τους και αυτή του… κυβερνητικού εκπροσώπου! Και να θυμάται πάντα το εξής: Όσο επικίνδυνοι είναι οι… εκμηδενιστές του, άλλο τόσο επικίνδυνοι είναι και οι… κόλακές του. Από τους μόνους που δεν κινδυνεύει είναι από αυτούς που του ασκούν καλόπιστη κριτική…