Ανοίγουν οι «κάνουλες» των τραπεζών για χρηματοδοτήσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης: Μέχρι το τέλος του μήνα υπολογίζεται πως θα «ενεργοποιηθεί» το πρόγραμμα παροχής δανείων στον ιδιωτικό τομέα από το Ταμείο, ενώ στις αρχές της νέας χρονιάς θα αρχίσουν να αποδεσμεύονται και οι επιδοτήσεις.
Το ποσό που θα πέσει στην αγορά τα επόμενα χρόνια φτάνει τα 30,6 δισ. ευρώ.
Πριν μπει ο Δεκέμβρης η Αθήνα φιλοδοξεί να κινητοποιήσει το πρόγραμμα παροχής χρηματοδότησης με δανειακά κεφάλαια συνολικού ύψους 12,8 δισ. ευρώ: Εξαιρετικά χαμηλά θα είναι τα επιτόκια που θα διαμορφώνονται από 0% έως μόλις 1% για όσους ενταχθούν.
Αργότερα θα ακολουθήσει και το «κομμάτι» των επιδοτήσεων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, «κομμάτι» το οποίο διαμορφώνεται στα 17,8 δισ. ευρώ. Αυτά υπολογίζεται πως θα αρχίσουν να τρέχουν από τις αρχές της νέας χρονιάς και η πρώτη «φουρνιά» θα αφορά μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Τι ποσοστό της επένδυσης θα καλύπτουν τα δάνεια
Όσον αφορά στο δανειακό πρόγραμμα, ήδη η κυβέρνηση έχει υπογράψει σύμβαση με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ενώ 6 ελληνικές τράπεζες (4 συστημικές και 2 μη συστημικές) έχουν υποβάλει προτάσεις συμμετοχής.
Σύντομα, αναμένεται να εκδοθεί και η υπουργική απόφαση η οποία θα ρυθμίζει θέματα σύγκρουσης συμφερόντων και θα ξεκαθαρίζει ότι οι κρατικές επιχειρήσεις δεν λαμβάνουν τέτοια δάνεια.
Τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης θα καλύπτουν κατά ανώτατο όριο το 50% του συνολικού επιλέξιμου επενδυτικού σχεδίου, το 30% θα είναι τραπεζική χρηματοδότηση και το 20% ιδία συμμετοχή του επιχειρηματία.
Προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση
Ποιες είναι όμως οι προϋποθέσεις ώστε μια επιχείρηση να λάβει χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης;
· Να έχει καταθέσει επενδυτικό σχέδιο
· Να πληροί τα βασικά στοιχεία τραπεζικής δανειοδότησης. Ωστόσο, ακόμα και επιχείρηση με κακή οικονομική κατάσταση (αξιολόγηση CCC και κάτω) μπορεί να δανείζεται από το κράτος με 0,4%-0,65% αν παρέχει υψηλές ή συνήθεις εξασφαλίσεις και μόλις 1% χωρίς καν εξασφαλίσεις. Το ίδιο ισχύει και για νέες (start-up) επιχειρήσεις χωρίς καμία εξασφάλιση.
Σχετική απόφαση του υπουργείου Οικονομικών για τη διαδικασία χορήγησης των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης προβλέπει ότι απαγορεύεται η χρήση των πόρων για δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης για αναχρηματοδότηση δανείων εκτός των περιπτώσεων δανείων διασύνδεσης (bridge loans) συνδεδεμένων με την επένδυση.
Η ιδία συμμετοχή που θα πρέπει να καταβάλουν για τη δανειοδότησή τους οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μπορεί να καλυφθεί κατά το ήμισυ με εισφορές σε είδος και άλλα ισοδύναμα μέτρα, δηλαδή πλην των μετρητών.
Πώς αξιολογούνται οι προτάσεις
Βασικός όρος που θα πρέπει, επίσης, να τηρηθεί είναι η μη υπέρβαση του ορίου των κρατικών ενισχύσεων. Πρόκειται για τα ποσά που έχει πάρει συνολικά μια επιχείρηση από κρατικά μέτρα στήριξης, όπως επιδοτήσεις, εγγυήσεις δανείου ή επιτοκίου και τα οποία αθροιζόμενα δεν θα πρέπει να ξεπερνούν ένα συγκεκριμένο όριο ανά τριετία.
Η αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων θα περάσει από αξιολογητές που θα πιστοποιούν ότι οι επενδυτικές προτάσεις είναι συμβατές με τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για την έγκρισή τους και από τις ίδιες τις τράπεζες που θα διασφαλίζουν το οικονομικό αντικείμενο της επένδυσης. Τα επενδυτικά σχέδια θα πρέπει να αποδεικνύουν ότι η επένδυση είναι κερδοφόρα, δηλαδή έχει θετική παρούσα αξία, διασφαλίζοντας ότι η χρηματοδότηση βασίζεται σε ασφαλή οικονομικά κριτήρια, ενώ η τράπεζα θα πρέπει να παρακολουθεί στενά την εκτέλεση της επένδυσης.
Τα επενδυτικά σχέδια με προϋπολογισμό άνω των 10 εκατ. ευρώ θα πρέπει να συνοδεύονται με έλεγχο βιωσιμότητας, με βάση τα κριτήρια για την κλιματική αλλαγή. Η τήρηση του κανόνα περί κλιματικής ουδετερότητας είναι άλλωστε αναγκαία συνθήκη για κάθε επενδυτική πρωτοβουλία που θα ελέγχεται για το κατά πόσο τηρείται η αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης, δηλαδή του κατά πόσο η επένδυση είναι πράσινη.
Πρέπει να σημειωθεί πως οι τράπεζες υποχρεούνται να διοχετεύσουν τουλάχιστον το 38,5% των δανείων του Ταμείου σε έργα που ανταποκρίνονται στον στόχο της πράσινης μετάβασης και τουλάχιστον το 20,8% των δανείων σε έργα που ανταποκρίνονται στον στόχο της ψηφιακής μετάβασης. Έτσι, κάθε επένδυση που υποβάλλεται για χρηματοδότηση θα πρέπει να αποτυπώνει τι ποσοστό του προϋπολογισμού της θα διατεθεί σε δαπάνες για αυτές τις δύο κατηγορίες.