Η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν πραγματοποιήθηκε και οι κυβερνητικές πηγές , για άλλη μια φορά φρόντισαν να μας ενημερώσουν ότι ο πρωθυπουργός έθεσε το θέμα της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης για τον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών, την οποία αποκάλεσε για άλλη μία φορά παράνομη, τονίζοντας ότι αποτελεί αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την ευρύτερη περιοχή.
Ωραία και το ερώτημα που τίθεται για άλλη μια φορά είναι τι μπορούμε να ελπίζουμε από την σχέση μας με την Τουρκία; Επί της ουσίας τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο απ’ ότι είχαμε μέχρι σήμερα. Μία από τα ίδια.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο γείτονας, ο Τούρκος, πλέον δεν ελέγχεται, δεν υπακούει σε καμία λογική, ούτε σε Διεθνές Δίκαιο, ούτε σε Συνθήκες. Την ίδια ώρα η στάση της χώρας μας είναι φοβική απέναντι στους Τούρκους.
Και φυσικά δεν είμαστε χώρα πολεμοχαρής και δεν επιζητούμε την σύγκρουση με την Τουρκία αλλά η στάση που τηρούμε μέχρι σήμερα δεν είναι και η καλύτερη. Είτε το θέλουμε είτε όχι η Ελλάδα στην ανατολική Μεσόγειο παίζει κομβικό ρόλο γιατί είναι ένα κράτος το οποίο έχει δείξει συνέπεια, σταθερότητα, είναι ένα δημοκρατικό κράτος, έχει εξαιρετικές σχέσεις με όλους, επομένως είναι ένας πόλος ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή». Παρά το γεγονός ότι όλοι το γνωρίζουν αυτό, κανείς δεν κάνει κάτι περισσότερο για να στηρίξει την Ελλάδα προκειμένου να μην κακοκαρδίσει τον Σουλτάνο.
Καμία αντίδραση από το ΝΑΤΟ
Τι και που έθεσε το θέμα της προκλητικότητας στη σύνοδο του ΝΑΤΟ ο Κυριάκος Μητσοτάκης με σαφής αιχμές εναντίον του Ερντογάν και της Τουρκίας για το σύνολο των προκλητικών ενεργειών της, αλλά κυρίως για την συμφωνία με την Λιβύη, στην οποία ο πρωθυπουργός έκανε ειδική αναφορά; Τι και εάν θέλησε να επισημάνει ότι αυτή η συμφωνία παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και τα νόμιμα δικαιώματα χωρών του ΝΑΤΟ και επομένως είναι αντίθετη με «τις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες στηρίζεται η Συμμαχία»;
Δεν κουνήθηκε κανείς μία που τον άκουσαν μία που το προσπέρασαν. Δυστυχώς για άλλη μια δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα από το ΝΑΤΟ, το οποίο από το 1980 ακολουθεί την πολιτική των ίσων αποστάσεων σε ότι αφορά την κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Την ίδια ώρα, οι Τούρκοι αξιωματούχοι συνέχιζαν τις προκλητικές δηλώσεις. Πρώτος ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας, Φατίχ Ντονμέζ, ο οποίος ανέφερε ότι η Άγκυρα σχεδιάζει νέες γεωτρήσεις και έρευνες σε «περιοχές της θαλάσσιας δικαιοδοσίας της». Ο ίδιος πρόσθεσε επίσης ότι οι γεωτρήσεις αυτές θα είναι σε εναρμόνιση με το μνημόνιο συνεννόησης Τουρκίας-Λιβύης. Σημείωσε ωστόσο, ότι οι εργασίες αδειοδότησης θα ξεκινήσουν, αφού πρώτα εγκριθεί η συμφωνία από τα κοινοβούλια των δύο χωρών. Κάτι που, σύμφωνα με τον υφυπουργό Εξωτερικών Γιαβούζ Σελίμ Κιράν, θα γίνει σύντομα στην τουρκική Βουλή.
Ομολογία αποτυχίας…
Η δήλωση Μητσοτάκη ότι καταγράφηκαν οι εκατέρωθεν διαφωνίες είναι μια ομολογία ότι στην συνάντηση δεν υπήρξε σύγκλιση. Από το συνολικό ύφος των δηλώσεων φαίνεται όμως και μια διάθεση να μην υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης, κάτι στο οποίο πρέπει να έπαιξε τον ρόλο της και η έκτακτη συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν.
Πρέπει πλέον να συνειδητοποιήσουμε ότι η περίοδος που διανύουμε είναι δύσκολη και επικίνδυνη. Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι απρόβλεπτος και ασυγκράτητος. Η στρατηγική Μητσοτάκη για «ήρεμα νερά» στα ελληνοτουρκικά ώστε να εστιάσει στην οικονομία, συγκρούεται με τη σκληρή πραγματικότητα. Το σκεπτικό ήταν να δοθεί σχεδόν αποκλειστική προσοχή στην προσέλκυση επενδύσεων και στην αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης, Ωστόσο, έχουμε εισέλθει σε μια φάση όπου ως χώρα δεν μπορούμε να απομονωθούμε και να εστιάσουμε μόνο στο θέμα της οικονομίας. Είναι σημαντικό θέμα για την Ελλάδα, αλλά αποτελεί μόνο ένα κομμάτι του παζλ το οποίο περιλαμβάνει και προκλήσεις οι οποίες για την Ελλάδα έχουν υπαρξιακά χαρακτηριστικά.
Οι θετικές εξελίξεις στην οικονομία προϋποθέτουν πολιτική σταθερότητα στο εσωτερικό, και αποφυγή εντάσεων στο εξωτερικό. Εάν το πρώτο είναι κάτι που ως ένα βαθμό εξαρτάται από την κυβέρνηση, το δεύτερο σίγουρα δεν είναι. Το αποδεικνύει περίτρανα η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα.
Η διαχείριση των εξελίξεων στα ελληνοτουρκικά απαιτεί ενότητα στο εσωτερικό. Η κυβέρνηση να παράσχει πλήρη ενημέρωση στην αντιπολίτευση, η οποία από την πλευρά της οφείλει να επιδείξει τη μέγιστη υπευθυνότητα. Στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη δημιουργία αρραγούς εθνικού μετώπου. Δεν είναι ώρα για διχόνοια και αλληλοκατηγορίες. Λίγες δηλώσεις, και προσεκτικές. Από όλους. Προφανώς, από τον πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του, αλλά και από τον προκάτοχό του ο οποίος έχοντας κυβερνήσει την χώρα για σχεδόν πέντε χρόνια, έχει πλέον την εμπειρία δύσκολων καταστάσεων και αντιλαμβάνεται τι διακυβεύεται.
Τι πρέπει να κάνουμε
Το ιδεατό είναι η άμεση δημιουργία ενός λειτουργικού διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του νυν και του τέως πρωθυπουργού. Δεν υπήρξε παλαιότερα κατά τον χειρισμό του ονοματολογικού και της συμφωνίας με τη Βόρεια Μακεδονία. Ας υπάρξει τώρα στο πολύ σημαντικότερο ζήτημα των σχέσεων με την Τουρκία. Η κρισιμότητα των περιστάσεων δεν επιτρέπει προσωπικές πικρίες.
Επιβάλλονται σοβαροί χειρισμοί. Η έλλειψη στοιχειώδους συντονισμού μεταξύ Μεγάρου Μαξίμου και Υπουργείου Άμυνας σε ό,τι αφορά την απρόσκοπτη συνέχιση ή τη διακοπή των διαβουλεύσεων για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης στο Αιγαίο, ήταν μια ατυχής εξέλιξη, ιδιαίτερα στη συγκεκριμένη τόσο ευαίσθητη συγκυρία, και εξέπεμψε πολύ αρνητικά μηνύματα.
Από την άλλη, αναπτύσσεται θετική δράση στη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού, μιας από τις σημαντικότερες πλέον πτυχές της σχέσης με την Τουρκία, που αφορά όλη την Ευρώπη. Η ελληνική πρόταση για κοινό ευρωπαϊκό μηχανισμό επιστροφής και τη διασύνδεση της χρηματοδότησης αναπτυξιακών σχεδίων και υποδομών με τις επιδόσεις των χωρών στην επανεισδοχή μεταναστών, βρήκε ευήκοα ώτα στην Ε.Ε.
Προφανώς, αξιοποιούμε τη συμμετοχή μας στην ΕΕ, τη συμμαχία μας με την Αμερική, τις στενές συνεργασίες με σημαντικές χώρες της περιοχής. Αλλά η συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή. Η επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Άγκυρα έχει περιορισθεί, το ΝΑΤΟ βιώνει τα δικά του υπαρξιακά ζητήματα, ενώ η παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ αλλά και η δεδηλωμένη «φιλία» του με τον Τούρκο ομόλογό του, ακόμη και η παρατεταμένη ακυβερνησία στο Ισραήλ, δεν βοηθούν, Πέρα από την ενότητα στο εσωτερικό, χρειάζεται και ρεαλισμός. Οι Βρυξέλλες καταδικάζουν την Τουρκία, ενίοτε επιβάλλουν και περιορισμένες κυρώσεις, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μιλά για προκλητικές ενέργειες, ακόμη και η Ρωσία τηρεί κριτική στάση έναντι της συμφωνίας της Άγκυρας με την Τρίπολη. Ωστόσο, δεν έχουμε την πολυτέλεια να υπολογίζουμε σε τρίτους, τουλάχιστον όχι όσο στο παρελθόν, για την αντιμετώπιση των δικών μας προβλημάτων.
Μετά τις κινήσεις του Ταγίπ Ερντογάν και κυρίως την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Λιβύη και την ευθεία, δημόσια και επίσημη αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και των νησιών της, πρέπει να μας προϊδεάσει και να μας αφυπνίσει γιατί ως χώρα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη δημιουργία τετελεσμένων που υπερβαίνουν πρόσωπα, κόμματα και κυβερνήσεις.