Η δραματική γήρανση του πληθυσμού, τα στενά οικονομικά περιθώρια, η διασφαλισμένη συνταγματικότητα και η ενίσχυση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, αποτέλεσαν την φαρέτρα των επιχειρημάτων της κυβέρνησης για την αναγκαιότητα της επικείμενης αναμόρφωσης της επικουρικής ασφάλισης.
Το θέμα, βρέθηκε στο επίκεντρο της σημερινής συνεδρίασης της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής, με την αξιωματική αντιπολίτευση να απαντά με τελεσίγραφο προς την κυβέρνηση και τους εκπροσώπους του ΚΚΕ να αποχωρούν από την αίθουσα.
Την επιτακτική ανάγκη παρέμβασης στην επικουρική ασφάλιση, η οποία αναμένεται το προσεχές χρονικό διάστημα, ο υφυπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνος Τσακλόγλου, από το βήμα της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής της Βουλής για την Παρακολούθηση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο κ. Τσακλόγλου, τα τελευταία 40 έτη (1980-2020):
-O αριθμός των νέων κάτω των 25 ετών μειώθηκε κατά 35%.
-Οι γεννήσεις μειώθηκαν κατά 44%.
-Οι ηλικιωμένοι (άνω των 65) σχεδόν διπλασιάστηκαν (+93%).
Οι γεννήσεις στην Ελλάδα από 157.000 που ήταν το 1960, μειώθηκαν σε 148.000 το 1980, σε 103.000 το 2000 και σε 84.000 το 2019.
Όπως τόνισε ο υφυπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων, αν διατηρηθεί το σημερινό σύστημα συντάξεων κοινωνικής ασφάλισης (αποκλειστικά διανεμητικού χαρακτήρα), θα πρέπει ένας ολοένα και μικρότερος πληθυσμός εργαζομένων να πληρώνει για τις συντάξεις ολοένα και περισσότερων συνταξιούχων.
Βασικά χαρακτηριστικά του νέου συστήματος
Η προτεινόμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει τα εξής χαρακτηριστικά: στηρίζεται στη διαφοροποίηση του ασφαλιστικού κινδύνου (βασική αρχή των ασφαλίσεων), μειώνοντας έτσι την υπερβολική έκθεση του συστήματος στον «δηµογραφικό κίνδυνο». Έχει δημόσιο χαρακτήρα, προστατεύει τις υφιστάμενες συντάξεις – κύριες και επικουρικές – δημιουργεί αποταμιεύσεις, σημαντικό τμήμα των οποίων θα διατεθεί για χρηματοδότηση επενδύσεων στη χώρα µας. Προωθεί τη διαφάνεια στη διαχείριση των πόρων των ασφαλισμένων και αποκαθιστά την εμπιστοσύνη στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης, δημιουργώντας ισχυρά αντικίνητρα για την ανασφάλιστη και υποδηλωμένη εργασία.
-Η δημόσια επικουρική ασφάλιση σταδιακά μετατρέπεται από διανεμητική σε κεφαλαιοποιητική, με την δημιουργία «ατομικού κουμπαρά» για κάθε νέο ασφαλισμένο μετά την 1η Ιανουαρίου του 2022
-Θα είναι τμήμα της κοινωνικής ασφάλισης και θα παρέχει τις αντίστοιχες εγγυήσεις
-Το νέο σχήμα θα καλύπτει νεοεισερχόμενους με υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης και εργαζόμενους κάτω των 35 ετών, αλλά σε προαιρετική βάση.
-Αντί οι εισφορές των νέων να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων, θα αποταμιεύονται και θα επενδύονται.
-Επιλογή από μικρό αριθμό επενδυτικών προφίλ
-Επαγγελματική διαχείριση / Ισχυρή Εποπτεία
-Μέγιστη δυνατή διαφάνεια.
Ως προς το κόστος μετάβασης, ο Πάνος Τσακλόγλου υπογράμμισε ότι μεσοπρόθεσμα είναι χαμηλότερο από τα 50 δις ευρώ που αναφέρονται στον δημόσιο διάλογο, ενώ μακροπρόθεσμα το όφελος θα είναι σημαντικό.
Σε νομικό επίπεδο, επισημαίνεται ότι εφόσον το Δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα είναι υποχρεωτικό και καθολικό, μπορεί να έχει και άλλη μορφή πέραν της σημερινής αναδιανεμητικής, χωρίς να προσκρούει στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο η ασφάλιση των εργαζομένων είναι μέριμνα του κράτους.
“Βαθιά υποκρισία”
Για βαθιά υποκρισία και αντιφάσεις κατηγόρησαν την κυβέρνηση η αρμόδια τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου και η τομεάρχης Κοινωνικής Προστασίας Θεανώ Φωτίου, προειδοποιώντας ότι εν μέσω οικονομικής κρίσης και πανδημίας δεν πρέπει ούτε να διανοηθεί την προώθηση τέτοιου είδους ρύθμισης.
Σύμφωνα με την αξιωματική αντιπολίτευση:
-Η συνεχής επίθεση στα εισοδήματα και η ενίσχυση της εργασιακής επισφάλειας, λειτουργούν ανασταλτικά ως προς την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος.
-Η κυβέρνηση επικαλείται το πρόβλημα βιωσιμότητας του ασφαλιστικού, όταν η ίδια παρουσίασε αναλογιστική μελέτη σύμφωνα με την οποία με τον ασφαλιστικό νόμο που προώθησε, το σύστημα είναι βιώσιμο έως το 2070.
-Δεν παρουσιάζει, ούτε κατ’ εκτίμηση, το κόστος της μετάβασης στο νέο σύστημα, το οποίο θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους.
-Αποφεύγει να αναφερθεί στο γεγονός ότι σε 14 περιπτώσεις ευρωπαϊκών κρατών, συστήματα τέτοιου τύπου απέτυχαν με τους πολίτες να πληρώνουν το υψηλό κόστος.