Eκρηκτικό οικονομικό και κοινωνικό κοκτέϊλ δημιουργούν μεσοπρόθεσμα η αυξημένη ανεργία, η “ελαστικοποίηση” της εργασίας, το υψηλό δημόσιο χρέος και το πλήγμα που δέχθηκαν από την υγειονομική κρίση ο τουρισμός και το εμπόριο.
Όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ) για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας στην μετά COVID-19 εποχή, η πανδημική κρίση έχει προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου οικονομική και κοινωνική καταστροφή σε παγκόσμια κλίμακα, καθώς:
Σύμφωνα με το ILO Monitor (International Labor Organization, 2021) το 2020 χάθηκαν 114 εκατ. θέσεις εργασίας. Από όσους επλήγησαν, οι 81 εκατ. καταγράφηκαν ως οικονομικά μη ενεργοί, ενώ οι υπόλοιποι 33 εκατ. ως άνεργοι.
Ενισχύθηκαν η μερική και η εκ περιτροπής απασχόληση
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το δ’ τρίμηνο του 2020 το ποσοστό ανεργίας ήταν υψηλό, αλλά σταθερό στο 16,2%.Ωστόσο, το ρίσκο υψηλής ανεργίας είναι ιδιαίτερα μεγάλο στην Ελλάδα, δεδομένου ότι κατέχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρωζώνη.
Η εργασία από το σπίτι αυξήθηκε από το 9,3% των απασχολουμένων το γ’ τρίμηνο στο 15% το δ’ τρίμηνο.
Σε όλους τους κλάδους των υπηρεσιών (πλην εκείνου των άλλων δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών) οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας μειώθηκαν από 38,4 το γ’ τρίμηνο σε 35,3 το δ’ τρίμηνο.
Τον Φεβρουάριο του 2021 ο κύκλος εργασιών στο λιανικό εμπόριο κατέγραψε ετήσια πτώση της τάξης του 11,3%, ενώ οι λιανικές πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών ή διαδικτύου κατέγραψαν τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση (45,8%).
Το Global Debt Monitor του Institute of International Finance (2021) εκτιμά ότι η αύξηση του παγκόσμιου χρέους –δημόσιου και ιδιωτικού– ήταν της τάξης των 24 τρισ. δολαρίων, με το επίπεδο του συνολικού χρέους να ανέρχεται στο τέλος του 2020 στα 281 τρισ. δολάρια. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2020 εκτιμάται στα 16,1 δισ. ευρώ (9,7% του ΑΕΠ), όταν το 2018 και το 2019, έτη κατά τα οποία το ΑΕΠ ήταν υψηλότερο, υπήρχε δημοσιονομικό πλεόνασμα ύψους 1,7 δισ. ευρώ (1,1% του ΑΕΠ) και 2,1 δισ. ευρώ (0,9% του ΑΕΠ) αντίστοιχα.
Σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg (McCormick et al., 2021) ανάμεσα στις ανεπτυγμένες οικονομίες η Ελλάδα είχε το τρίτο υψηλότερο ποσοστό δημόσιου και ιδιωτικού χρέους ως προς το ΑΕΠ (343,9%) μετά την Ιαπωνία (433,4%) και τον Καναδά (352,6%).
Το 2020 ο όγκος του λιανικού εμπορίου στην Ελλάδα μειώθηκε κατά μέσο όρο 9%, όταν στην Ευρωζώνη η πτώση ήταν μόλις 0,5%
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurobank, τα τουριστικά έσοδα δεν προβλέπεται να ανακάμψουν στο επίπεδο του 2019 πριν το 2024. Η εκτίμηση για το 2021 είναι ότι θα ανέλθουν στα 7,3 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 40,3% των εσόδων του 2019, ενώ το 2024 θα είναι ίσα με 15,8 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 87,1% των εσόδων του 2019.
Κράτος – εργοδότης
Με βάση τα παραπάνω, οι επιστημονικοί συνεργάτες της ΓΣΕΕ, εκφράζουν την πεποίθηση ότι οι προοπτικές μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας μπορούν να βελτιωθούν μέσα από την υλοποίηση ενός μεγάλου επενδυτικού προγράμματος σε συνδυασμό με την εφαρμογή ενός προγράμματος εγγυημένης απασχόλησης, στα πρότυπα της πρότασης για τον ρόλο του κράτους ως εργοδότη ύστατης καταφυγής.
Το πρόγραμμα αυτό, εκτιμάται ότι θα ομαλοποιήσει τις συνθήκες στην αγορά εργασίας, θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα και επομένως τη ζήτηση.
Η κυβέρνηση, μέσω των τοπικών αρχών και σε συνεργασία με μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, θα προσφέρει εργασία με αμοιβή τον κατώτατο μισθό, σε ανέργους που μπορούν και επιθυμούν να εργαστούν.
Ο κατώτατος μισθός, θα πρέπει να είναι αυξημένος στα 780 ευρώ μηνιαίως και το πρόγραμμα θα δημιουργεί 100 χιλ. νέες θέσεις απασχόλησης ανά εξάμηνο αρχής γενομένης από το γ’ τρίμηνο του 2021.