Με τον Νόμο 4.000 η Αστυνομία τερμάτισε τη βάναυση συμπεριφορά νεαρών τραμπούκων κατά γυναικών και υπερηλίκων
Τον Σεπτέμβρη του 1958, άρχισαν να πληθαίνουν τα κρούσματα βάναυσης συμπεριφοράς νεαρών ατόμων προς άλλα αδύναμα, που δεν μπορούν να αντισταθούν ή να αντιδράσουν. Τα φαινόμενα αυτά που εμφανίστηκαν λίγο καιρό πριν, πήραν σύντομα μεγάλες διαστάσεις και στις εφημερίδες καθημερινά υπήρχαν αναφορές με χτυπητούς τίτλους και καυστικά σχόλια για τις επιθέσεις των νεαρών ατόμων, πότε σε ανήμπορες και ανυπεράσπιστες γυναίκες και κορίτσια και πότε σε ηλικιωμένα άτομα. Και οι τακτικές αυτές επιθέσεις, άρχισαν να καταφθάνουν με μορφή καταγγελίας στα Αστυνομικά τμήματα.
Από τον Τύπο της εποχής αλιεύσαμε μερικά περιστατικά: Στην Πανεπιστημίου, 18χρονος ελαιοχρωματιστής παρενοχλούσε με αισχρολογίες δύο νεαρές κοπέλες και χτύπησε τη μία που είχε αντιδράσει. Συνελήφθη από αστυνομικούς. Στην Κυψέλη 16χρονος μαθητής συνελήφθη γιατί πέταξε γιαούρτη σε γυναίκα. Στα Εξάρχεια δυο μαθητές έκαναν το ίδιο σε ηλικιωμένο άτομο και στο Βόλο δύο 25χρονοι συνελήφθησαν για σεξουαλική παρενόχληση και άσεμνες χειρονομίες σε νεαρή έγγαμη γυναίκα.
Τα αστυνομικά όργανα περιορίζοντο στη σύλληψη των δραστών και στην παραπομπή τους στο Αυτόφωρο ή στον εισαγγελέα ανηλίκων. Ακολουθούσαν… θωπευτικές ποινές και το κακό συνεχιζόταν και απλωνόταν ακόμα και εκτός Αθηνών.
Η νομοθεσία που υπήρχε, δεν παρείχε στους δικαστές το δικαίωμα να επιβάλουν παραδειγματικές ποινές, προς καταπολέμηση του φαινομένου. ΄Ετσι τα κρούσματα άρχισαν να πυκνώνουν, όπως και οι συνεχείς αναφορές των Αστυνομικών Υπηρεσιών προς το υφυπουργείο Δημοσίας Ασφαλείας.
Υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας ήταν ο βουλευτής Φθιώτιδος Ευάγγελος Καλαντζής, στον οποίο έφταναν οι αναφορές και άρχισε να τον απασχολεί σοβαρά η αντιμετώπιση του φαινόμενου. Θα αναφέρω τις απόψεις του, που κατέγραψε σε πόνημα του για το φαινόμενο αυτό, πριν φέρει στη Βουλή σχετικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε κι έγινε ο γνωστός «Νόμος 4.000 περί τεντιμποϊσμού»:
«Σκέφτηκα να εφαρμόσω ο,τι είχα διδαχθεί από τους γονείς και τους δασκάλους μου σε τέτοιες περιπτώσεις. Επίσης, να μιμηθώ εκείνο που είχε κάνει με τους κουτσαβάκηδες πριν 65 χρόνια ο Δημήτρης Μπαϊρακτάρης. Έτσι, ένα πρωί κάλεσα τον διευθυντή Αστυνομίας Αθηνών Ρακιντζή του εξέθεσα τις απόψεις μου και του είπα να ετοιμασθεί. Να εφοδιαστεί δηλαδή με ένα γουρουνοψάλιδο και με το πρώτο κρούσμα τεντιμποϊσμού να δράσει καταλλήλως. Ο Ρακιντζής, παρά τον εξ ιδιοσυγκρασίας αυστηρό του χαρακτήρα, αντέδρασε: «Κύριε υπουργέ ίσως αυτό αποτελέσει υπερβολή και ίσως υπέρβασιν δικαιώματος…» Αλλά εγώ είχα πάρει τις αποφάσεις μου και το έριξα στο αστείο για να φαιδρύνω την ατμόσφαιρα: Θα κάνετε ο,τι σας λέω κ. Ρακιντζή, πάρτε ένα γουρουνοψάλιδο αμέσως και σε πρώτη ευκαιρία κουρέψτε γουλί αυτούς τους μασκαράδες. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που θα παρανομήσετε. Μετά το κούρεμα με την ψιλή θα παραλάβετε τους δράστες από το αστυνομικό τμήμα και θα τους οδηγήσετε πεζή στο δικαστήριο, με μια ταμπέλα στο λαιμό που θα σημειώνει το αδίκημα που διέπραξαν… Θα πατάξω τον τεντιμποϊσμό!» πρόσθεσε ο Καλαντζής και περίμενε την εφαρμογή του μέτρου, αλλά και τις αντιδράσεις, θετικές και αρνητικές.
Την επομένη, όταν δημοσιεύτηκαν οι φωτογραφίες των δραστών, κουρεμένοι να διαπομπεύονται, άρχισαν οι αντιδράσεις δια του Τύπου. Υπήρχαν εφημερίδες που έβλεπαν με καλό μάτι την εφαρμογή αυτού του μέτρου και από την άλλη πύρινα άρθρα εναντίον του Καλαντζή. Έγραφε μία: «τραυματίζετε κύριε τις τρυφερές ψυχές των παιδιών μας» και μία άλλη προέβλεπε: «Το σοκ, ο κλονισμός, που θα υποστούν οι νέοι μας εκ της διαπομπεύσεως, θα έχη τραγικά αποτελέσματα…»
Ο Καλαντζής τηλεφώνησε τότε σε αντιπολιτευόμενη εφημερίδα, ζήτησε τον αρθρογράφο και του έθεσε το ερώτημα: «Τι θα λέγατε κύριε, εάν ο γιος σας ερράπιζε γέροντα της συνοικίας σας; Πώς θα τον συνεμορφώνατε σείς;» Ο δημοσιογράφος συμφώνησε με τις απόψεις του… διαφωνών!
Αντιθέτως, στο πλευρό του Καλαντζή στάθηκε θερμός υποστηρικτής ο διακεκριμένος χρονογράφος της εφημερίδας «τα Νέα» Δημήτρης Ψαθάς, ο οποίος με θαρραλέο τρόπο τάχθηκε υπέρ των απόψεων του, γράφοντας, ότι και τα θύματα έχουν δικαιώματα και πρέπει να προστατεύονται.
Πάντως το σκληρό αυτό μέτρο απέβη σωτήριο όχι μόνο για τα θύματα, αλλά και για τους νεαρούς θύτες, αφού εξαφάνισε τον τεντιμποϊσμό και έγιναν συστάσεις σε γονείς και δασκάλους να διαπλάσουν σωστά τον χαρακτήρα των παιδιών.