Το κίνητρο της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ και των άλλων ριζοσπαστικών ισλαμικών οργανώσεων φαίνεται προφανές: Θέλησαν να δείξουν ότι 50 χρόνια μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και 75 χρόνια μετά την ίδρυση του κράτους, οι Ισραηλινοί δεν μπορούν ακόμη να αισθάνονται ασφαλείς.
Ακόμα κι αν το Ισραήλ δεν θα επιτρέψει να παρασυρθεί σε έναν νέο, αυτή τη φορά πιθανώς καταστροφικό, πόλεμο κατά της Λωρίδας της Γάζας -για να μην τεθούν σε κίνδυνο οι συνομιλίες με τη Σαουδική Αραβία – η επίθεση θα μπορούσε να αποδειχθεί σοβαρό λάθος της Χαμάς.
Ο Μαργκελέτι λέει ότι «τα κίνητρα που οδήγησαν τους τρομοκράτες στην επίθεση, συνδέονται με τις Συμφωνίες του Αβραάμ, μεταξύ του Ισραήλ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και των Ηνωμένων Πολιτειών, που επιτεύχθηκαν στις 13 Αυγούστου 2020. Συμφωνίες που οδηγούν στην εξομάλυνση των σχέσεων και των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και των αραβικών χωρών του Κόλπου.
Μια πιθανή σκληρή επίθεση, για παράδειγμα, θα έβαζε στο παιγνίδι το Ιράν, μια χώρα κοντά στη Χαμάς και η οποία, δεν αποτελεί έκπληξη, αν έχει προμηθεύσει τη Χαμάς με τους πυραύλους που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτήν την επίθεση. Αν το Ισραήλ ενεργήσει μαζικά εναντίον του σουνιτικού πληθυσμού, σε αυτό το σημείο, θα οδηγούσε ορισμένες αραβικές χώρες να θέσουν υπό αμφισβήτηση τις υπογεγραμμένες συμφωνίες».
Ενάντια στην ειρήνευση
Κάθε φορά άλλωστε που η ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση πλησιάζει σε μια πιθανή ειρηνική καμπή, κάποιοι προσπαθούν να την ωθήσει προς τον ολοκληρωτικό πόλεμο ως τη μόνη λύση. Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι η μαζική επίθεση που εξαπέλυσαν οι ισλαμιστές φονταμενταλιστές της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και εντός του Εβραϊκού Κράτους λαμβάνει χώρα ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για μια ιστορική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας, στις οποίες συμμετέχει η Παλαιστινιακή Εθνική Αρχή, που κυβερνά τα αυτόνομα παλαιστινιακά εδάφη στη Δυτική Όχθη από το 1993.