Όλος ο κόσμος στη Βενεζουέλα βρίσκεται σε αναβρασμό αφότου ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Χουάν Γκουάιδο, δήλωσε ότι ενεργεί ως προσωρινός πρόεδρος.
Λέγεται ότι η συγκεκριμένη κίνηση ήταν μια άμεση πρόκληση στην εξουσία του φαινομενικά διεφθαρμένου παλαιού επαναστάτη προέδρου Νικολάς Μαδούρο, ο οποίος είχε ορκιστεί για μια δεύτερη εξαετή θητεία μόλις πριν από δύο εβδομάδες.
Επιμέλεια: Βίκυ Καλοφωτιά
Τα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, αναφέρουν ότι λόγω της ιδιαίτερα απαιτητικής κατάστασης που είχε προηγηθεί του σημερινού σκηνικού, τρία εκατομμύρια Βενεζουέλας έχουν ήδη εγκαταλείψει τη χώρα από το 2014, όταν δηλαδή άρχισε να διογκώνεται η οικονομική κρίση. Παρ’όλα αυτά, η αντιπρόεδρος Ντέλσι Ροντρίγκεζ αμφισβήτησε τα εν λόγω στοιχεία, θεωρώντας ότι είναι φουσκωμένα από τις «εχθρικές χώρες» που προσπαθούν να δικαιολογήσουν μια στρατιωτική παρέμβαση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα στον «Guardian», η παγκόσμια διελκυστίνδα παρουσιάζεται τώρα άκρως επικίνδυνη καθώς η διοίκηση Τραμπ επιμένει ότι όλες οι χώρες επιβάλλεται να επιλέξουν στρατόπεδο και να στηρίξουν τις «φιλελεύθερες δυνάμεις». Την ίδια στιγμή η Ρωσία καταγγέλλει ένα «πραξικόπημα», που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ, ενώ σύσσωμες η Κίνα, οι γείτονες της Λατινικής Αμερικής, η Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση έσπευσαν να πάρουν θέση σε συνάρτηση με τα ιδιαίτερα συμφέροντα και τις προκαταλήψεις στους κόλπους τους.
Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας, καθώς οι διαδηλωτές και οι δυνάμεις ασφαλείας στην ουσία κονταροχτυπιούνται στους δρόμους, το πολιτικό αδιέξοδο βαθαίνει γίνεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο, με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται.
Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να μην ληφθούν υπ’όψιν και οι έμμεσες απειλές που εκτοξεύτηκαν δια στόματος Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, Τζον Μπόλτον, ότι θα επακολουθήσουν «σοβαρές συνέπειες» (εννοώντας στρατιωτική παρέμβαση) σε περίπτωση που ο Γκουάιδο πάθει οτιδήποτε κακό, ενώ από την άλλη πλευρά ο Μαδούρο προειδοποιεί πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να βρεθούν μπροστά στο ενδεχόμενο ενός δευτέρου Βιετνάμ.
Παρ’όλα αυτά, ό,τι και να ισχυρίζεται ο Μπόλτον, δεν είναι απαραίτητο ότι μια τέτοια στάση θα οδηγήσει στην κλιμάκωση της έντασης και των πιθανών επεισοδίων αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Τραμπ έχει «βεβαρημένο ποινικό μητρώο» του να οπισθοχωρεί όταν τα πράγματα γίνονται… σκούρα, όπως συνέβη στην περίπτωση του σχεδίου απόσυρσης αναφορικά με τις απεσταλμένες αμερικανικές δυνάμεις στη Συρία. Με λίγα λόγια, οι εξωτερικές παρεμβάσεις δεν είναι το λεγόμενο ατού του Αμερικανού προέδρου.
Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον Νικολάς Μαδούρο, αυτός διέκοψε τις σχέσεις με τις ΗΠΑ δίνοντας στους διπλωμάτες τους το περιθώριο των 72 ωρών προκειμένου να εγκαταλείψουν τη Βενεζουέλα, κάτι που στη συνέχεια πήρε πίσω σημειώνοντας πως αφήνει ανοιχτό ένα παράθυρο 30 ημερών για διαπραγματεύσεις με τις αμερικανικές αρχές. Μέχρι στιγμής, οι δυνάμεις ασφαλείας είναι πιστές στον Μαδούρο, ο οποίος τους ανταμείβει με συχνές αυξήσεις των αμοιβών και διορίζει υψηλόβαθμους στρατιωτικούς για να ελέγχουν βασικά πόστα και βιομηχανίες.
Συγχρόνως, μέσα στη Βενεζουέλα, όσοι αντιτάχθηκαν στην κυβέρνηση, γιόρτασαν την κίνηση του Χουάν Γκουάιδο -ο οποίος τους κάλεσε να συνεχίσουν να διαμαρτύρονται «μέχρις ότου απελευθερωθεί η Βενεζουέλα»-ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι θα προστατεύσουν τον πρόεδρο από «ιμπεριαλιστικές απειλές».
Ωστόσο, το σύνολο των διεθνών ελιγμών της προηγούμενης εβδομάδας και οι κινήσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα δεν άλλαξαν τις τέσσερις βασικές εναλλακτικές που αντιμετωπίζουν οι πολίτες της Βενεζουέλας, και οι οποίες συνοψίζονται στις εξής: να εξακολουθήσουν να ανέχονται τον Μαδούρο ελπίζοντας ότι τα πράγματα με κάποιον τρόπο θα βελτιωθούν, να ρισκάρουν μια εγχώρια στρατιωτική εξαγορά αορίστου χρόνου, να διαπραγματευτούν μια εκ των προτέρων συμφωνημένη, δημοκρατική μετάβαση που θα οδηγήσει τη χώρα σε ελεύθερες εκλογές, όπως υποστηρίζεται από τον Γκουάιδο ή τελικά να κληθούν να αντιμετωπίσουν πιθανό εμφύλιο πόλεμο και έξωθεν παρέμβαση.
Διαβάζοντας σχετικό άρθρο στον «Guardian», ο συντάκτης είναι της άποψης πως η επιλογή είναι ολοφάνερη, αλλά αυτό δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι θα συμβεί κιόλας. Ένα πράγμα πάντως είναι σίγουρο. Οποιαδήποτε λύση που θα έχει τελικά διάρκεια, αν και όταν βρεθεί, θα έχει τοπικό χαρακτήρα όπως αποδεικνύει η ιστορία.
Το 1913, ο 28ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Γούντροου Γουίλσον, δήλωσε με περισσή μεγαλοπρέπεια: «Σκοπεύω να διδάξω στις Δημοκρατίες της Νότιας Αμερικής να εκλέγουν καλούς και ικανούς άνδρες». Φυσικά, δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ότι δεν το έπραξε, ούτε και ήταν η δουλειά του να προσπαθήσει να πετύχει κάτι τέτοιο. Κι όμως, περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, το μάθημα πρέπει να μαθευτεί από την αρχή: το να επιβάλλονται δήθεν σωτήριες λύσεις από εξωγενείς παράγοντες είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν λειτουργεί, και άρα δεν θα φέρει κανένα απολύτως αποτέλεσμα.