H αναβάθμιση των 38 F-16 block 50 θα εκτινάξει και το υπόλοιπο των ωρών πτήσης στις 10.000 έως 12.000 από τις 4.000 έως 5.000 ώρες που ήδη έχουν «γράψει» στα 25 χρόνια χρήσης τους από την Πολεμική Αεροπορία.
Νέο εξοπλιστικό άλμα για την Πολεμική μας Αεροπορία σηματοδοτεί η αναβάθμιση των 38 μαχητικών F-16 block 50 αφού δίνεται τέλος στις καθυστερήσεις και πλέον αρχίζει και επίσημα η αντίστροφη μέτρηση για την έναρξη υλοποίησης του προγράμματος. Εντός των επόμενων 24ωρων σύμφωνα με πληροφορίες του Newpost αναμένεται να αποσταλεί από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και την αρμόδια για τα εξοπλιστικά Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων στην αντίστοιχη αρμόδια αρχή των ΗΠΑ η επιστολή εγγράφου ενδιαφέροντος (Letter of Request) η οποία ουσιαστικά αποτελεί το πρώτο βήμα στη διαδικασία.
Το εξαιρετικά σημαντικό για την περαιτέρω ενίσχυση της Πολεμικής μας Αεροπορίας πρόγραμμα πέρασε από χίλια κύματα μέχρι να παρουσιαστεί από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο και να εγκριθεί από την αρμόδια επιτροπή της βουλής όμως υπήρξε και συνέχεια μέχρι να δοθεί το οριστικό πράσινο φως για αποστολή της LOR στις ΗΠΑ. Αφού επί δύο περίπου μήνες έπειτα από την έγκριση του προγράμματος φαίνεται ότι υπήρχαν δεύτερες σκέψεις τόσο από το αεροπορικό επιτελείο όσο και από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας για αλλαγή στους όρους με αποτέλεσμα τα σχετικά έγγραφα να κινούνται μεταξύ ΥΠΕΘΑ, ΓΕΑ και Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων.Στο επίκεντρο βρέθηκε το ενδεχόμενο τοποθέτησης radar AESA ή έστω η εγκατάσταση καλωδιώσεων οι οποίες να δίνουν στο μέλλον τέτοια δυνατότητα.Όμως αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον κόστος που ξεπερνά τα 120 εκ, ενώ και τα radar APG-68V9 των 83 μαχητικών F-16 τα οποία αναβαθμίζονται σε Viper,κόστους τουλάχιστον 2,5 εκ έκαστο θα παρέμεναν αναξιοποίητα. Επιπλέον εξετάστηκε και η δυνατότητα παροχής εκ μέρους των Αμερικανών SSI (Security of Sup ply andInformation), των γνωστών στο παρελθόν ‘’αντισταθμιστικών ωφελημάτων’’. Όμως και αυτό το ενδεχόμενο απορρίφθηκε έπειτα από επαφές τόσο με τους Αμερικανούς όσο και με την κατασκευάστρια εταιρεία Lockheed Martin και αποφασίστηκε τελικά το πρόγραμμα να προχωρήσει ως έχει χωρίς αλλαγές.
Το επόμενο βήμα αναμένεται η απάντηση των Αμερικανών μέσωLOA(Letter of Offer and Ac ceptance) προκειμένου να υπογραφεί η σχετική συμφωνία και να αρχίσει η υλοποίηση του προγράμματος. Με το πρόγραμμα να αποτελεί συνέχεια και να εντάσσεται στην FMS case της αναβάθμισης των 83 μαχητικών F-16 block 52+ και block 52+ adv η οποία ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Θα αφορά το σύνολο των 38 μαχητικών F-16block 50 από τις Πολεμικές Μοίρες της 111 Πτέρυγας Μάχης 341 ΒΕΛΟΣ και 347 ΠΕΡΣΕΑΣ.Και μάλιστα η αναβάθμιση έχει αποφασιστεί να πραγματοποιηθεί στη Νέα Αγχίαλο και όχι στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ στην Τανάγρα η οποία ήδη σηκώνει το βάρος της αναβάθμισης των Viper ενώ ταυτόχρονα τρέχουν και μια σειρά από άλλα προγράμματα.
Το συνολικό κόστος του προγράμματος το οποίο δύο φορές αποσύρθηκε πριν τελικά εγκριθεί αγγίζει τα 700 εκ. Τρία από τα 38 αεροσκάφη θα αποτελέσουν τα πρωτότυπα.Δύο βιομηχανικά πρωτότυπα, ένα μονοθέσιο και ένα διθέσιο αλλά και ένα ακόμη μονοθέσιο το οποίο θα χρησιμοποιηθεί στις πτητικές δοκιμές. Ήδη στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ συγκεντρώνονται τα πρώτα απάρτια και εξαρτήματα τα οποία τα οποία αφαιρούνται από τα υπό αναβάθμιση F-16 και περιμένουν να τοποθετηθούν στα 38 F-16 με τον χρόνο ζωής τους από τη στιγμή που αποσυναρμολογούνται από τα μαχητικά να μετρά αντίστροφα. Χαρακτηριστικό είναι ότι κάθε ραντάρ που αφαιρείται κοστίζει 2,5 εκ ευρώ ενώ συνολικά τα απάρτια και εξαρτήματα τα οποία αφαιρούνται-μεταξύ των οποίων και το πολύτιμο για την δικτυοκεντρική αναβάθμιση Link 16 κοστολογούνται περίπου στα 4 εκ ευρώ ανά αεροσκάφος.
Η αναβάθμιση των 38 F-16 block 50 θα εκτινάξει και το υπόλοιπο των ωρών πτήσης στις 10.000 έως 12.000 από τις 4.000 έως 5.000 ώρες που ήδη έχουν «γράψει» στα 25 χρόνια χρήσης τους από την Πολεμική Αεροπορία. Η απόφαση για εκτέλεση του προγράμματος στην 111 Πτέρυγα Μάχης ελήφθη τόσο για λόγους ευελιξίας όσο και ταχύτητας. Ενώ η κατασκευάστρια Lockheed Martin θα επενδύσει στη Βάση κατασκευάζοντας το υπόστεγο συντήρησης όπου θα πραγματοποιηθεί η αναβάθμιση αλλά και δύο εξειδικευμένα συνεργεία-ηλεκτρολογείο και μηχανουργείο-τα οποία θα παραμείνουν «προίκα».