Τρία οικονομικά ορόσημα με ημερομηνίες-σταθμούς για μείζονα ζητήματα, η έκβαση των οποίων θα κρίνουν πολλά για την δημοσιονομική και αναπτυξιακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας θα λάβουν χώρα εντός του Σεπτεμβρίου. Τι αφορούν ?
-Εν πρώτης την κατάρτιση του προσχεδίου του Προϋπολογισμό του Κράτους για το 2024, καθώς ήδη υπουργεία και δημόσιοι φορείς υπέβαλλαν τις προτάσεις τους στη βάση των κατευθυντήριων γραμμών που έθεσε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Οπως έχει ήδη ανακοινωθεί το κονδύλι για τις πρωτογενείς δαπάνες της γενικής κυβέρνησης το 2024 θα είναι αυξημένο κατά 4 δισ. ευρώ με το τελικό κονδύλι δαπανών να αναπροσαρμόζεται στα 72,7 δισ. ευρώ από 68,7 δισ. ευρώ φέτος.
Το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού θα κατατεθεί στη Βουλή στις 2 Οκτωβρίου και θα περιλαμβάνει τα ανακοινωθέντα μέτρα για το νέο μισθολόγιο του δημοσίου,την αύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση κατά 8% του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, την αύξηση του επιδόματος μητρότητας στο επίπεδο του κατώτατου μισθού για 9 μήνες για τις μητέρες ελεύθερες επαγγελματίες και τις αγρότισσες ,τη μονιμοποίηση της απαλλαγής των πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη, το επίδομα για τους νέους 18 και 19 ετών, και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για σπίτια που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές.Συνολικό δημοσιονομικό κόστος 1,1 δις ευρώ.
-Κατά δεύτερο και ιδιαίτερα κρίσιμο για την ελληνική οικονομία .Εντός του Σεπτεμβρίου δύο οίκοι αξιολόγησης ο καναδικός DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου, και η Moodys στις 15 του ίδιου μήνα θα ανοίξουν η όχι το “παράθυρο” για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στην ελληνική οικονομία μετά από 13 χρόνια όπου τα ομόλογα,λόγω της οικονομικής κρίσης, αξιολογούνται στις διεθνείς αγορές χρήματος ως “σκουπίδια’…
-Ξεκινάει η τρίτη μεταπρογραμματική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων αλλά θα “μετρήσει” ιδιαίτερα ενόψει το νέου Ευρωπαικού Συμφώνου Σταθερότητας που θα εφαρμοσθεί από το 2024 με την κατάργηση της ρήτρας διαφυγής,την υποχρέωση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για την οικονομία μας και ίσως επιφέρει δυσοίωνες ανατροπές στο ρυθμό μείωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους που θα επηρεάσουν τυχόν μέτρα για την ενίσχυση των εργαζομένων.