Μετά τη Μεταπολίτευση, τα δύο κόμματα που μονοπώλησαν την πολιτική, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, είχαν μια βάση. Με έναν πυρήνα σχετικά σταθερό.
Του Φώτη Σιούμπουρα
Το εκλογικό τους σώμα, οι ψηφοφόροι τους, δεν έπεφτε κάτω από 30% στη χειρότερη περίπτωση. Όλος ο αγώνας δινόταν για να πειστούν οι 10% των παραπάνω ψηφοφόρων που πηγαινοέρχονταν να ψηφίσουν «εμάς» κι’ όχι τους « άλλους». Αυτό το 10% έδινε τη νίκη. Και τρεφόταν με το ίδιο «φαγητό»: Παροχές και υποσχέσεις.
Σήμερα το εκλογικό σκηνικό δεν είναι το ίδιο. Από τα κόμματα που κυβέρνησαν μόνο η ΝΔ έχει μια βάση που είναι σχετικά σταθερή, περί το 30%. Είτε τάξει είτε δεν τάξει. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, αυτό το 30% αποτελεί περίπου το 80% της συσπείρωσης του κόμματος. Τι σημαίνει αυτό; Ότι έχει ήδη συγκεντρώσει το 80% από τις ψήφους που θα πάρει. Αυτό είναι το μπετόν αρμέ της παράταξης, όποια πολιτική κι αν ακολουθεί.
Ο άλλος πρώην κυβερνήτης, το ΠΑΣΟΚ, (μαζί με τις άλλες συνιστώσες, που απαρτίζουν το Κίνημα Αλλαγής) έχει περιοριστεί σήμερα κάτω από το 10% . Γιατί; Γιατί ήταν το κατ’ εξοχήν κόμμα του ταξίματος και των παροχών στους μικρομεσαίους. Η εμπλοκή του με τη λιτότητα των μνημονίων και με τη δημοσιονομική πειθαρχία το αποξένωσε από την ίδια του τα φύση. Του εκπροσώπου των μη προνομιούχων, αλλά και της μικρομεσαίας τάξης και της κρατικοδίαιτης.
Μια κατρακύλα, που ξεκίνησε ήδη από τη διακυβέρνηση Σημίτη και την εμπλοκή του κόμματος με το «σύστημα» περισσότερο παρά με τον μικρομεσαίο λαό, με σύνθημα τον εκσυγχρονισμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε λαό. Είχε ένα 3% που αποτελούσε κυρίως τη διανόηση της μεσαίας τάξης και μέρους μεγαλοαστών, με βάση συγκεκριμένα γνωρίσματα: Την ευαισθησία στα δικαιώματα και στους κατατρεγμένους και τις μειοψηφίες. Την αντίδραση στον αυταρχισμό της εξουσίας. Αυτή ήταν η βάση του Συνασπισμού και των συνιστωσών που ενοποιήθηκαν σε κόμμα.
Η απαξίωση του ΠΑΣΟΚ με τη λιτότητα των μνημονίων που εφάρμοζε σαν κυβέρνηση από το 2009 ήδη και την εμπλοκή του με τους δανειστές του ΔΝΤ και της ΕΕ είχε σαν αποτέλεσμα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του να καταφύγουν στον «συγγενικό» ΣΥΡΙΖΑ, που έταζε αντίσταση και νίκη. Στην πραγματικότητα, οι ψηφοφόροι άκουγαν ότι όλα θα γίνονταν σαν και πριν! Έτσι, το 3% μετατράπηκε σε 12% το 2012 και σε 36,5% τον Ιανουάριο του 2015.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, όμως, τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 300.000 ψηφοφόρους! Τον εγκατέλειψαν κυρίως οι αριστεροί που ήταν το μπετόν αρμέ της εκλογικής του βάσης. Τι του έχει απομείνει; Σύμφωνα και με τις δημοσκοπήσεις ένα έως 25%, αλλά…Αλλά αυτό το 25% δεν αποτελείται πια από αριστερούς. Αποτελείται κυρίως από πρώην Πασόκους ,όχι με την έννοια του κομματικού ΠΑΣΟΚ, όσο με τη νοοτροπία ΠΑΣΟΚ: Δημόσιο, επιδοτήσεις, ταξίματα…
Ο ΣΥΡΙΖΑ, για να κρατήσει κατ αρχήν αυτούς τους ψηφοφόρους, αλλά και με προοπτική να διευρύνει την εκλογική του βάση, άρχισε από πέρυσι να μοιράζει μερίσματα, επιδόματα, λαχνούς, αναδρομικά και τάζει προσλήψεις. Παράλληλα άρχισε από τώρα να υπόσχεται «καλύτερες μέρες» μετά την έξοδο από τα μνημόνια. Όμως η προσγείωση στην πραγματικότητα είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία. Η ανάμνηση των επιδομάτων των Χριστουγέννων ήδη άρχισε να εξαφανίζεται και οι νέες μειώσεις σε μισθούς και κυρίως σε συντάξεις δεν θ’ αργήσουν. Παράλληλα συνεχίζεται η λεηλασία των πλειστηριασμών, ενώ οι φόροι άμεσοι και έμμεσοι θα μας πνίξουν και οι εισπρακτικοί μηχανισμοί όλο και περισσότερο θα αγριεύουν. Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μας υπόσχεται ένα καλύτερο αύριο μετά την «καθαρή έξοδο», με επενδύσεις και ανάπτυξη, αλλά και με νέα επιδόματα και μικροπαροχές, που χρηματοδοτούνται από την υπερφορολόγηση, οικοδομώντας ένα νεοπελατειακό κράτος.
Αυτή η πολιτική ρητορεία όμως, αυτή η ωραιοποίηση καταστάσεων, θυμίζει την κομμουνιστική προπαγάνδα στις πρώην ανατολικές χώρες, με τα… επιτυχημένα πενταετή πλάνα και τους ευτυχισμένους προλετάριους. Η δε «καθαρή» έξοδος από τα μνημόνια και οι «καλύτερες μέρες», που μας υπόσχονται, ας μην έχει τουλάχιστον την ίδια… σοβαρότητα με εκείνη της δήλωσης του Νικήτα Χρουστσόφ, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ότι πλέον στη Σοβιετική Ένωση οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός και ότι έχει αρχίσει να υλοποιείται ο κομμουνισμός.
Στην μεταμνημονιακή εποχή ας μην συνεχίσουμε να τρέφουμε τον λαό με το ίδιο «φαγητό»: Παροχές και υποσχέσεις. Αν θέλει η πρώτη φορά Αριστερά να κάνει πραγματικά τη διαφορά ας μιλήσει στο λαό τη γλώσσα της αλήθειας και ας βάλει από τώρα τέλος στο λαθρεμπόριο των ψευδαισθήσεων. Διαφορετικά θα χρειαστεί να καταφύγει και πάλι στις αυταπάτες για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και να μην έχει την τύχη άλλων μνημονιακών κυβερνήσεων.