Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, το πρώτο κράτος που έστειλε μήνυμα συμπαράστασης στην Ελλάδα αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της για αυτοδιάθεση, ήταν μια χώρα της Καραϊβικής, η Αϊτή.
Ήταν 15 Ιανουαρίου, όταν ο τότε πρόεδρος της Αϊτής Ζαν Πιερ Μπουαγέ έστειλε μια συγκινητική επιστολή στον Αδαμάντιο Κοραή εκφράζοντας τη στήριξή του στη χώρα μας και την πίστη του στην εξέγερση των Ελλήνων.
Όμως, η Αϊτή ήταν ανέκαθεν μια φτωχική χώρα που λόγω και της γεωγραφική της θέσης και απόστασης από την Ελλάδα, δεν ήταν σε θέση να της παράσχει εμπράκτως τη βοήθεια που επιθυμούσε.
Το μόνο που μπόρεσε τελικά να κάνει ως ένδειξη φιλίας και σεβασμού, ήταν να στείλει συμβολικά στην Ελλάδα 45 τόνους καφέ και 100 Αϊτινούς στρατιώτες.
Ωστόσο, κανείς εξ αυτών δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ στην Ελλάδα. Όλοι τους έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του μακρινού ταξιδιού.
Η χώρα μας πάντως, φαίνεται πως όσα χρόνια κι αν πέρασαν δεν ξέχασε την φιλική διάθεση και την γενναιότητα αυτής της φτωχής χώρας του δυτικού ημισφαιρίου.
Όταν το 2010 ένας καταστροφικός σεισμός χτύπησε την Αϊτή, η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που έστειλε βοήθεια… στην πρώτη χώρα που είχε αναγνωρίσει επίσημα την Ελληνική Επανάσταση.
Η επιστολή που απέστειλε ο τότε πρόεδρος της χώρας Ιωάννης Βογιέρ (Jean Pierre Boyer) προς τον Αδαμάντιο Κοραή, με την οποία η Αϊτή αποτέλεσε την πρώτη κρατική οντότητα παγκοσμίως, που αναγνώρισε την επανάσταση των Ελλήνων το 1821 είχε ως εξής:
Η επιστολή του προέδρου της Αϊτής με ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 1822 έχει ως εξής:
«Ιωάννης Πέτρου Βόγερ, πρόεδρος του Χαϊτίου, προς τους Πολίτας της Ελλάδος Α. Κοραήν, Κ. Πολυχρονιάδην, Α. Βογορίδην και Κ. Κλωνάρην.
Εις τα Παρίσια
Πριν ή δεχθώμεν την επιστολή υμών, σημειουμένην εκ Παρισίων τη 20ή παρελθόντος Αυγούστου, έφθασεν ενταύθα η είδησις της επαναστάσεως των συμπολιτών υμών κατά του δεσποτισμού, του επί τρεις περίπου διαρκέσαντος εκατονταετηρίδας. Μετά μεγάλου ενθουσιασμού εμάθομεν ότι η Ελλάς αναγκασθείσα τέλος πάντων εδράξατο των όπλων, ίνα κτήσηται της ελευθερίαν αυτής και την θέσιν, ήν μεταξύ των εθνών του κόσμου κατείχε.
Μία τόσον ωραία και τόσον νόμιμος υπόθεσις, και προ πάντων αι συνοδεύσασαι ταύτην πρώται επιτυχίαι, ουκ εισίν αδιάφοροι τοις Χαϊτίοις, οίτινες, ως οι Έλληνες επί πολύν καιρόν έκλινον τον αυχένα υπό ζυγόν επονείδιστον και διά των αλύσεων αυτών συνέτριψαν την κεφαλήν της τυραννίας.
Ευχηθέντες προς τον ουρανόν, όπως υπερασπισθή τους απογόνους του Λεωνίδου , εσκέφθημεν ίνα συντρέξωμεν τας γενναίας δυνάμεις τούτων, ει μη διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων, ως χρησίμων εσομένων διά προμήθειαν όπλων, ών έχετε ανάγκην. Συμβεβηκότα όμως, επιβαλόντα τη πατρίδι ημών μεγάλην ανάγκην. επησχόλησαν όλον το χρηματικόν, εξ ου η Διοίκησις ηδύνατο καταβάλει μέρος. Σήμερον έτι η επανάστασις, η κατά το ανατολικόν μέρος της νήσου επικρατούσα, υπάρχει νέον προς την εκτέλεσιν αυτού του σκοπού κώλυμα. Επειδή το μέρος όπερ ηνώθη μετά της Δημοκρατίας, ης προεδρεύω, υπάρχει εν μεγίστη ενδεία και προκαλεί δικαίως μεγάλην του ταμείου ημών την δαπάνην. Εάν δ’ επέλθωσι κατάλληλοι, ως επιθυμούμεν, αι περιστάσεις, τότε βοηθήσωμεν προς τιμήν ημών τοις τέκνοις της Ελλάδος, όσον δυνηθώμεν.
Πολίται, διερμηνεύσατε προς τους συμπατριώτας υμών τας θερμοτέρας ευχάς, ας λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθερώσεως αυτών. Οι μεταγενέστεροι Ελληνες ελπίζουσιν εν τη αναγεννωμένη ιστορία τούτων άξια της Σαλαμίνος τρόπαια. Είθε παρόμοιοι τοις προγόνοις αυτών αποδεκνυόμενοι και υπό των διαταγών του Μιλτιάδου διευθυνόμενοι, δυνηθώσιν εν τοις πεδίοις του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβον της ιεράς υποθέσεως, ήν επεχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων αυτών, της θρησκείας και της πατρίδος. Είθε, τέλος, διά των φρονίμων διατάξεων αυτών μνημονευθώσιν εν τη ιστορία οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων.
Τη 15η Ιανουαρίου 1822 και 19η της Ανεξαρτησίας ΒΟΓΕΡ»