Πανικός στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα!
Η υπόθεση Λιγνάδη εξελίσσεται καθημερινά, ολοένα και περισσότερο, σε μια πρωτοφανή παγίδα για τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι αρχικές εκτιμήσεις περί «πρωθυπουργικού σκανδάλου» δεν επιβεβαιώνονται σε καμία περίπτωση και η πρωτοβουλία Μητσοτάκη να μεταφέρει το κέντρο βάρους της συζήτησης, από τα πρωϊνάδικα και τα βραδινά τηλεδικεία, στη Βουλή και να απαιτήσει (αυτό κάνει στην ουσία ο Κυριάκος Μητσοτάκης) μια κουβέντα ουσίας, δηλαδή πολιτική, κατέστρεψαν το αφήγημα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ εν τη γεννέσει του.
Ήδη, με τις κοινοβουλευτικές ομάδες να ετοιμάζονται για μια ουσιαστική αντιπαράθεση για τα καίρια ζητήματα της δημοκρατίας και του δημοκρατικού διαλόγου, ο Αλέξης Τσίπρας δεν αισθάνεται καθόλου καλά.
Το ρεσάλτο που επιχείρησε, με αφορμή το ελληνικό Metoo αποδεικνύεται άλμα στο κενό. Τα στοιχεία που καθημερινά προκύπτουν καθιστούν απολύτως αβάσιμες τις αισχρές κατηγορίες που ο ίδιος ο Τσίπρας με τα φερέφωνα του εξαπέλυσε εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη, εξέλιξη που δικαιώνει πλήρως τη γενικότερη στάση του πρωθυπουργού και εμφανίζει τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να σύρεται απελπισμένος πίσω από κλειδαρότρυπες στην απεγνωσμένη προσπάθεια του να δημιουργήσει πολιτικό γεγονός και να υπομνήσει την ίδια την ύπαρξη του.
Η τάση Τσίπρα εμφανίζεται να αντιμετωπίζει προβλήματα αποδοχής
Ακόμη και εντός του ΣΥΡΙΖΑ η τάση Τσίπρα εμφανίζεται να αντιμετωπίζει προβλήματα αποδοχής και δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναρωτιούνται μεγαλόφωνα πλέον «που στο καλό πάμε και τι ακριβώς διεκδικούμε από τη ζωή μας με αυτές τις επιλογές;».
Οι αντιρρήσεις εντός του κόμματος διατυπώνονται καθημερινά ολοένα με μεγαλύτερη ένταση, αφορούν πλέον στον σκληρό πυρήνα της φυσιογνωμίας του χώρου, ενώ τα μηνύματα που λαμβάνει η αξιωματική αντιπολίτευση από το πιο προοδευτικό τμήμα του ευρύτερου αριστερού κινήματος είναι απογοητευτικά για «την πολιτική Βαξεβάνη» που ο ίδιος ο Τσίπρας στηρίζει απροκάλυπτα και αποθεώνει.
Για τους νουνεχείς εντός του ΣΥΡΙΖΑ η συζήτηση στη Βουλή αποτελεί «ένα βουνό» και στις αντικειμενικές δυσκολίες της προστίθεται η πασίγνωστη αδυναμία του ίδιου του Τσίπρα να επιβιώνει σε συζητήσεις χωρίς χειρόγραφα μπροστά του. Από την ώρα μάλιστα που η διαδικασία εξελίσσεται με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού που έθεσε με την κίνηση του αυτή το περίγραμμα, το πλαίσιο αναφοράς της κουβέντας είναι σαφές πως ο Τσίπρας θα αναγκαστεί για μια ακόμη φορά να ακολουθήσει, σπορ που «δεν το ‘χει καθόλου».
Στον ΣΥΡΙΖΑ ανησυχούν εντόνως καθώς δεν γνωρίζουν τα χαρτιά που ο Μητσοτάκης έχει στα χέρια του, ούτε μπορούν να εκτιμήσουν το ειδικό βάρος της θεσμικής παρέμβασης του και στις αλλαγές που αυτή θα απεικονιστεί. Ξέρουν, διαισθάνονται ότι η αντιπαράθεση θα εξελιχθεί με την πρωτοκαθεδρία του πρωθυπουργού, αγνοούν την ένταση με την οποία θα ανοίξει η κουβέντα και αγωνιούν για το μέρος εκείνο της συζήτησης που θα είναι εκτός προγράμματος και θα εξελιχθεί με βάση τις ντρίμπλες της τελευταίας στιγμής.
Την ίδια ώρα διαβάζουν με πολύ μεγάλη προσοχή τα social media και αντιλαμβάνονται εύκολα πως η επιλογή «γαια πυρί μιχθήτω» που ακολούθησαν με άφρονα σκέψη και απόφαση τους έχει αποξενώσει από όλη τη σύγχρονη κεντροαριστερά και τους έχει εγκαταστήσει στο κέντρο της κοινωνίας των ψεκασμένων και των εραστών της κλειδαρότρυπας.
Πιστεύουν ότι μπορούν να πιέσουν δυνατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο θέμα της αντικατάστασης της κυρίας Μενδώνη, δεν είναι καθόλου βέβαιοι ότι ο Πρόεδρος τους είναι σε θέση να διεμβολίσει την κυβερνητική παράταξη ή να διαρρήξει τις ισχυρές σχέσεις της με την κοινωνία και εξ αυτού του λόγου δεν αναμένουν σημαντικά αποτελέσματα.
Στην ουσία θα είναι ευχαριστημένοι από μια ισοπαλία και τρέμουν μια νέα επικοινωνιακή ήττα που θα τους καθηλώσει οριστικά στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων.
Στον ΣΥΡΙΖΑ οι μετανοούσες Μαγδαληνές αυξάνονται καθημερινά, πιέζουν για μια ταχύτατη και όσο το δυνατόν οργανωμένη απαγκίστρωση από την πολιτική της σκανδαλολογίας, αισθάνονται ότι η υπόθεση έχει ήδη ξεφύγει από τα χέρια τους και προσεύχονται να κλείσει γρήγορα η πληγή που άνοιξε και αφορά στην ουσία τη δική τους κυριαρχία σε ένα χώρο, αυτόν του «Πολιτισμού», που είναι προνομιακός για την πολιτική τους.
Η μεγαλύτερη ήττα τους είναι πως οι εξελίξεις στις οποίες και οι ίδιοι συνέβαλαν με την παρανοϊκή προσέγγιση που επιχείρησαν έχουν καταστήσει κυρίαρχο τον Μητσοτάκη και του έδωσαν, χωρίς κόπο, γήπεδο να παίξει άνετα και με τον διαιτητή δικό του.
Του Χρήστου Υφαντή